Την Κυριακή που πέρασε γιορτάσαμε την Ορθοδοξία, έτσι όπως αυτή εκφράζεται δια των εικόνων. Εικόνων που δεν αποτελούν το αντικείμενο της λατρείας, αλλά το αντικείμενο της ιδιαιτερότητας και της λατρευτικής μας παράδοσης. Αυτήν την παράδοση θέλω να ερμηνεύσω και να... υπογραμμίσω. Μια παράδοση που στο πέρασμα των αιώνων και των θρησκειών αποτελεί σημάδι ανεξίτηλο της εθνικής διαχρονικής μας πορείας.
Τι κι αν αλλάξαμε θρησκεία; Οι συνήθειες της νηστείας του σήμερα για παράδειγμα, που δεν αντιστοιχούν με καμιάν άλλη νηστεία -χριστιανική και μή-, αποτελούν συνέχεια και εξέλιξη της εαρινής δίαιτας των αρχαίων μας προγόνων.
Οι εικόνες αποτέλεσαν την απόδειξη της θεϊκής ύπαρξης και παρουσίας, όπως τα αγάλματα του Δωδεκάθεου, πάντα σε ανθρώπινη μορφή.
Τα πάντα αλλάζουν, όμως η αντίληψη ενσυνείδητη ή ασυνείδητη της εθνικής μας ταυτότητας και του εθνικού μας θυμικού και λογικού έχουν πάντα την ίδια βάση και την ίδια λογική εξέλιξη.
Θα τολμούσα λοιπόν έναν παραλληλισμό με τη σημερινή μας πραγματικότητα. Αυτήν που μας πληγώνει, μας ταράζει και μας καταθλίβει.
Τι θα μπορούσε να μας απαλλάξει από την κατάθλιψη;
Τολμώ να απαντήσω με προσωπικό βίωμα. Όταν έδινα πανελλαδικές εξετάσεις (κάποια στιγμή τον προηγούμενο αιώνα) ο φιλόλογος – «εκθεσάς» μου (τι τίτλος κι αυτός) επέμενε κάθε φορά ότι, όταν γράφουμε έκθεση ιδεών, στην αρχή και στο τέλος κάθε παραγράφου πρέπει να επιστρέφουμε στο θέμα να το ξαναδιαβάζουμε, να το αποτυπώνουμε στο περιεχόμενο και τη λογική του λόγου μας. Κι αυτήν τη συμβουλή, όποτε ακολούθησα, κατάφερα εύκολα να μείνω στη πορεία μου, να μη λοξοδρομήσω.
Ποιό να ‘ναι άραγε το θέμα μας ετούτες τις στιγμές του μηδενισμού, της κατάθλιψης και των «μονόδρομων»;
Στο τελευταίο επεισόδιο του ντοκιμαντέρ 1821, αναφέρθηκαν (σε μάλλον απρόσμενο σημείο και με πολύ επιφανειακή ανάλυση) τα λόγια του Σεφέρη: «Ζούμε, κατοικούμε αιώνες στον ίδιο αυτόν τόπο, βλέποντας τα βουνά να αγγίζουν τη θάλασσα». Τα λόγια αυτά δίνουνε στίγμα για τη διαχρονία του ελληνισμού, ως έθνους και όχι φυλής (όπως «αφελώς» άφησε να εννοηθεί το ντοκιμαντέρ). Ενός έθνους, που χαρακτηριστικά της διαχρονικής ξεχωριστής και αδιαλείπτου συνέχειάς του, είναι τα ήθη, τα έθιμα, οι παραδόσεις του, η πολιτιστική του παρουσία και δράση και κυρίως η γλώσσα του. Αυτά αποδεικνύουν μια πορεία όχι μόνο συνεχή, αλλά και σταθερή, στον ίδιο ορίζοντα.
Σάμπως αυτό να ‘ναι το θέμα μας νομίζω. Ο ορίζοντας ο ανοικτός και η πορεία η σταθερή και συνεχής, χωρίς να δίνουμε υπέρμετρη σημασία στα εμπόδια, που με Οδύσσειο θράσος μπορούμε κι οφείλουμε να ξεπερνάμε. Αυτή είναι και η μοναδικότητά μας. Άλλοι λαοί θα επέλεγαν άλλο δρόμο και θα πετύχαιναν αλλιώς το στόχο τους. Εμείς δε χρειάζεται να ακολουθήσουμε το δρόμο των αλλονών, δεν μας ταιριάζουν όλοι οι δρόμοι, όπως και στους άλλους λαούς δεν ταιριάζουν οι δικοί μας οι ορίζοντες.
Ας γυρίσουμε λοιπόν στο θέμα μας και με το σκεπτικό του ας κλείσουμε τούτη την παράγραφο της μαυρίλας.
Ας γυρίσουμε λοιπόν στο θέμα μας και με αυτό ως αφετηρία ας ξεκινήσουμε καινούργια παράγραφο, μια παράγραφο δεν θα αποτελεί επίλογο, αλλά θα χαράσσει με αισιοδοξία τη σωστή και πάλι πορεία, αυτήν που ανοίγει τους ορίζοντες και δεν τους περιορίζει, ούτε τους κλείνει.
Η Κυριακή της Ορθοδοξίας μπορεί να μας φανερώσει την αξία που έχουν οι γεροί πυλώνες στο οικοδόμημά μας. Πυλώνες ουσίας και σταθερές ανάπτυξης. Γερές κολώνες, στις οποίες η παλαιότητα δεν αποτελεί μειονέκτημα, αλλά αξιακή βάση.
Οι αξίες μας είναι οι σταθερές μας. Κι αν πολλοί, είτε προσβλέποντες σε ίδιον όφελος, είτε με ιδεολογικές παρωπίδες εθελοτυφλούντες, κατηγορούν και προτιμούν να ‘ναι Γραικοί και όχι Έλληνες, ας τους αφήσουμε στην «πρόοδό» τους και ας χαρούμε το «συντηρητισμό» των παραδόσεών μας. Αυτόν το «συντηρητισμό» που μας διατηρεί στο πέρασμα των αιώνων και μας καθιστά τόσο ευχάριστα μοναδικούς και τόσο ευφυώς και πρωτοποριακά διαχρονικούς.
Αυτές οι Εικόνες που φέρουν μορφές ελληνικές και εκφράζουν τον πολιτισμό μας στο νόημα, την αξία και την τέχνη τους, είναι εικόνες της Ελλάδας, ίσως και πιο πολύ από ότι της Χριστιανοσύνης. Αυτές ας υψώσουμε ξανά, όχι από πείσμα, αλλά από ανάγκη να ξαναπάρουμε στα χέρια μας ό,τι προσπαθούν να μας κάνουν να ξεχάσουμε, ό,τι εντέχνως προσπαθούν να μας ξεκλέψουν. Γιατί δεν είναι εικόνες θεϊκές, αλλά εικόνες της θεϊκής υπόστασης στον άνθρωπο και της ανθρώπινης στο θεϊκό. Είναι εικόνες του καθενός απ’ τους προγόνους μας, του καθενός από εμάς, της πατρίδας και του πολιτισμού μας, του παρελθόντος και του μέλλοντός μας. Ίσως δεν είναι πια ίδιες στην αφή ή τη μορφή, αλλά είναι πάντα εικόνες της θάλασσας και των βουνών μας. Εικόνες του εαυτού μας. Ας τις αναστηλώσουμε λοιπό εδώ και τώρα κι ας τις κρατήσουμε ψηλά, καμάρι μας και ντροπή τους.
Ν. ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΣ
Εκπαιδευτικός
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Τα σχόλια δημοσιεύονται με μια καθυστέρηση και αφού τα δει κάποιος από τη διαχείριση και όχι για λογοκρισία αλλά έλεγχο για: μη αναφορά σε προσωπικά δεδομένα, τηλέφωνα, διευθύνσεις ή υβριστικά μηνύματα ή δεσμούς (Link) με σεξουαλικό περιεχόμενο.
Τα σχόλια, οι απόψεις των σχολιαστών δεν απηχούν κατ' ανάγκη τις απόψεις του ιστολογίου μας και δεν φέρουμε καμία ευθύνη γι’ αυτά.