Πώς η υψηλή τεχνολογία στραγγαλίζει την πολεμική ισχύ των ΗΠΑ.
ΤΟΥ ΔΡ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΓΡΙΒΑ*
Στο προηγούμενο άρθρο στα «Επίκαιρα» είχαμε εξετάσει πώς το «σύνδρομο του Φράνκενσταϊν», που κατατρύχει τις δυτικές κοινωνίες τείνει σήμερα να υπονομεύσει την ανάπτυξη αυτόνομων ρομποτικών συστημάτων μάχης στις Ηνωμένες Πολιτείες και τη Δυτική Ευρώπη, οδηγώντας σε επικίνδυνη οπισθοδρόμηση τη στρατιωτική ισχύ της Δύσης έναντι ανερχόμενων αντιπάλων, κυρίως δε της Κίνας. Ωστόσο, αυτή η φοβία των Αμερικανών έναντι των ρομπότ μάχης δεν είναι καινούρια. Έχει αρχίσει εδώ και χρόνια. Μεταξύ των άλλων, ήταν ο βασικός παράγοντας που οδήγησε στην ακύρωση του προγράμματος LOCAAS (Low Cost Autonomous Attack System) πριν από μερικά χρόνια.
Το LOCAAS ήταν ένας πολύ μικρός και ελαφρύς πύραυλος Cruise (ένας άνθρωπος κυριολεκτικά... μπορούσε να τον κρατήσει στην αγκαλιά του), με κόστος ανά μονάδα που έφτανε μόλις τα 70.000 δολάρια. Ο πύραυλος αυτός θα εξαπολυόταν από αεροπλάνα ή άλλα μέσα προς τη γενική περιοχή ενδιαφέροντος και κατόπιν θα περιφερόταν πάνω από αυτή, αναζητώντας στόχους με δικά του μέσα έτσι ώστε να πέσει πάνω τους. Η εμβέλειά του ήταν περίπου 100 χλμ. και, αφού θα είχε διανύσει αυτή την απόσταση, θα μπορούσε να παραμείνει στον αέρα για διάστημα περίπου μιας ώρας ψάχνοντας για στόχους. Αν δεν εντόπιζε τίποτε, θα αυτοκαταστρεφόταν. Το σύστημα είχε σχεδιαστεί πρωτίστως για να βρίσκει και να καταστρέφει κινητούς εκτοξευτές βαλλιστικών πυραύλων (TEL), ο εντοπισμός των οποίων είχε αποδειχτεί πολύ δύσκολος στον πρώτο πόλεμο του Κόλπου, το 1991, για τις δυνάμεις των ΗΠΑ και των συμμάχων τους, αλλά θα μπορούσε να προσβάλει και άλλου είδους στόχους, όπως άρματα μάχης και τεθωρακισμένα οχήματα.
Το ότι όμως το βλήμα θα έπαιρνε μόνο του τις αποφάσεις ήταν κάτι που δεν μπορούσαν να δεχτούν οι Αμερικανοί, οι οποίοι ήθελαν να υπήρχε ένας άνθρωπος-χειριστής στη διαδικασία στοχοποίησης (man-on-the-loop). Φυσικά, υπήρχε και ο κίνδυνος των παράπλευρων απωλειών, δηλαδή της προσβολής αμάχων ή και φιλιών δυνάμεων κατά λάθος. Όμως αποδείχτηκε ότι ο ερευνητής του πυραύλου, ο οποίος χρησιμοποιούσε ραντάρ λέιζερ (LADAR), ήταν πολύ πιο αξιόπιστος από μια τηλεοπτική κάμερα που θα τροφοδοτούσε με εικόνα τον χειριστή του πυραύλου, ειδικά σε περιβάλλον με σκόνη και καπνούς και τα περιθώρια σφάλματος ήταν μεγαλύτερα για τον άνθρωπο-ελεγκτή παρά για το αυτόνομο σύστημα στοχοποίησης. Οι Αμερικανοί, ωστόσο, δεν μπόρεσαν να ξεπεράσουν τη φοβία τους για τα ρομπότ και δεν προχώρησαν στην κατασκευή του όπλου.
Αυτοκαταστροφικές επιλογές
Μικρή η απώλεια για τις ΗΠΑ, μπορεί να πει, βέβαια, κανείς δεδομένου ότι η τεχνολογία τους είναι τέτοια που είναι σε θέση να βρει λύσεις χωρίς να χρειάζεται ρομποτικά συστήματα. Στην πραγματικότητα όμως η υψηλή τεχνολογία είναι ένας από τους παράγοντες που απειλούν με κατάρρευση την αμερικανική πολεμική μηχανή τα επόμενα χρόνια. Αυτή ακριβώς η υψηλή τεχνολογία, σε συνδυασμό με μια σειρά από εμμονές και φοβίες κινδυνεύει να οδηγήσει τη στρατιωτική ισχύ της Δύσης σε ολοκληρωτική απαξίωση τις επόμενες δεκαετίες. 'Όπως είπαμε προηγουμένως το LOCAAS και τα παρόμοια με αυτό συστήματα δίνουν έμφαση στο χαμηλό κόστος. Δεν είναι συστήματα υψηλής τεχνολογίας αλλά «υψηλής αντίληψης» (low tech-high concept). Αν δεν στραφείς σε αυτά, παραμένεις εγκλωβισμένος σε εκείνα που ήδη έχεις τα οποία εξελίσσεις ολοένα και περισσότερο.
Και πού είναι το κακό σε αυτό, μπορεί να αναρωτηθεί κάποιος. Το κακό έγκειται στο ότι αν παραμείνεις σε μια λογική ανάπτυξης ολοένα και πιο εξελιγμένων διαδόχων των υπαρχόντων συστημάτων, χωρίς όμως να αλλάζεις το βασικό τους σχέδιο, αυξάνεις συνεχώς το κόστος τους, σε σημείο που κάποια στιγμή θα καταστεί απαγορευτικό.
Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα ενός μαχητικού αεροσκάφους κρούσης ή ενός άρματος μάχης. Και τα δύο είναι πλατφόρμες μάχης που σχεδιάστηκαν για να ασκούν προβολή ισχύος. Να είναι, δηλαδή, επιθετικά όπλα. Στην πορεία όμως των ετών, λόγω του ότι αναπτύσσονταν διαρκώς όπλα που τα απειλούσαν, τα μαχητικά αεροσκάφη και τα άρματα ενίσχυαν συνεχώς τις άμυνές τους ενεργητικές και παθητικές. Θωράκιση, ταχύτητα, επιχειρησιακή οροφή, ηλεκτρονικά αντίμετρα, ικανότητες stealth κ.λ.π. Έτσι καθίσταντο ολοένα και πιο πολύπλοκα, πιο δύσκολα στην κατασκευή τους και πολύ πιο ακριβά. Ταυτοχρόνως οι επιθετικές τους ικανότητες αυξάνονταν μεν, αλλά όχι σε αντιστοιχία με τις αμυντικές τους ανάγκες. Με τον τρόπο αυτό κάποια στιγμή θα φτάσεις σε αδιέξοδο, μια και θα έχεις αναπτύξει τόσο ακριβά όπλα, που δεν θα μπορείς να τα διαθέτεις σε μεγάλους αριθμούς και ενδέχεται να καταστούν περίπου μη χρησιμοποιήσιμα, αφού δεν θα τολμάς να τα βγάλεις στο πεδίο της μάχης γιατί δεν θα μπορείς να αντέξεις την πιθανή απώλειά τους.
Το χαμένο τρένο της ρομποτικής επανάστασης
Αυτό φαίνεται ότι μπορεί να πάθουν οι Ηνωμένες Πολιτείες σε μερικά χρόνια. Οι παρανοϊκές φοβίες τους για κάποια εξέγερση των ρομπότ στο μέλλον τις εμποδίζει να ανέβουν στο τρένο της ρομποτικής επανάστασης στην οποία θα ήταν οι φυσικοί ηγέτες χάρη στην τεράστια τεχνολογική τους βάση. Από την άλλη, δεν έχουν κάποιο εμφανή λόγο να το κάνουν ακριβώς χάρη στην τεχνολογική τους πρωτοπορία, αφού είναι σε θέση να αναπτύσσουν ολοένα και πιο εξελιγμένα επανδρωμένα συστήματα. Το πρόβλημα όμως όπως είπαμε, είναι ότι τα συστήματα αυτά καθίστανται όλο και πιο ακριβά και σε λίγο δεν θα μπορούν να τα αποκτήσουν.
Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα του μαχητικού αεροσκάφους F-35 Lightning II, το κόστος κατασκευής του οποίου έχει αγγίξει, ούτε λίγο ούτε πολύ, τα 150 εκατ. δολάρια ανά μονάδα, αν και οι ΗΠΑ πιστεύουν ότι στο μέλλον θα καταφέρουν να μειώσουν την τιμή αυτή περίπου στο μισό. Ένας από τους λόγους που καθιστούν αυτό το αεροσκάφος τόσο ακριβό είναι η επικάλυψή του από ειδικά υλικά, τα οποία απορροφούν την προσπίπτουσα ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία των ραντάρ αεράμυνας εμποδίζοντάς τη να επιστρέφει στους δέκτες και του χαρίζουν τα χαρακτηριστικά του stealth. Όμως ολοένα και περισσότερο αναπτύσσονται συστήματα αντι-stealth, όπως ειδικά ραντάρ UHF, πολυστατικά ραντάρ, παθητικά συστήματα ESM ή ηλεκτροπτικά συστήματα για αεροσκάφη. Μάλιστα, τα σουηδικά μαχητικά Gripen NG θα διαθέτουν οσονούπω ένα ηλεκτροπτικό σύστημα που ειδικεύεται ακριβώς στον εντοπισμό αεροσκαφών stealth όπως το F-35, αποσκοπώντας να εντοπίσει τη θερμότητα που τείνουν να συσσωρεύουν τα υλικά που απορροφούν την ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία.
Το πρόβλημα, ωστόσο, δεν είναι αυτό, αλλά ότι το πανάκριβο και πιθανώς τρωτό αυτό αεροσκάφος δεν κάνει, έτσι κι αλλιώς, για μια από τις πιο σημαντικές δουλειές για τις οποίες προορίζεται: να αντιμετωπίσει, δηλαδή, την κινεζική πολεμική μηχανή στις Σινικές Θάλασσες. Κι αυτό γιατί έχει πολύ μικρή ακτίνα δράσης (περίπου 1.100 χλμ.), με αποτέλεσμα τα αεροπλανοφόρα που θα το εξαπολύουν να βρίσκονται μέσα στο βεληνεκές των εξειδικευμένων αντιπλοϊκών πυραύλων (ASBM) που αναπτύσσει η Κίνα, όπως ο DF-21D, για τους οποίους έχουμε μιλήσει σε προηγούμενα άρθρα.
Τι συστήματα θα μπορούσαν να φέρουν σε πέρας αποστολές προβολής ισχύος στην Κίνα, ευρισκόμενα εκτός της ακτίνας δράσης των αντιπλοϊκών βαλλιστικών πυραύλων και των άλλων συστημάτων αντιπρόσβασης και άρνησης περιοχής (A2/AD); Μα ακριβώς ρομποτικά συστήματα. Εξελιγμένοι διάδοχοι του LOCAAS, με εμβέλεια που θα μπορούσε να φτάσει και τα 1.000 χλμ., σε συνδυασμό με ρομποτικά αεροσκάφη. Επισημαίνεται ότι ένα μη επανδρωμένο αερόχημα θα μπορούσε εξ υπαρχής να σχεδιαστεί με προοπτική να έχει πολύ μεγάλη εμβέλεια, ακριβώς γιατί δίνει μεγάλες δυνατότητες στους αεροναυπηγούς. Ένα επανδρωμένο αεροσκάφος σχεδιάζεται, κατά κάποιο τρόπο, γύρω από τον πιλότο του. Ένα ρομποτικό δεν έχει αυτό το πρόβλημα, μπορεί να σχεδιαστεί από το μηδέν, λύνοντας έτσι τα χέρια των αεροναυπηγών.
Ακόμη κι αν θεωρήσουμε πανάκεια τον ανεφοδιασμό καυσίμων εν πτήσει από ιπτάμενα τάνκερ, θα πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι το ζήτημα των καυσίμων δεν είναι ο μόνος παράγοντας που περιορίζει την ακτίνα δράσης ενός επανδρωμένου μαχητικού. Οι φυσικές ανάγκες και η καταπόνηση του πιλότου, ιδιαίτερα υπό το στρες των συνθηκών μάχης, βάζουν αδιαπέραστα φράγματα στην επιχειρησιακή ακτίνα των αεροπλάνων. Αντιθέτως, ένα ρομποτικό αεροσκάφος, αν μπορεί να ανεφοδιάζεται εν πτήσει, θεωρητικά είναι σε θέση να παραμείνει στον αέρα ακόμη και για πολλές μέρες.
Εν κατακλείδι, αν οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν είχαν την τεχνολογία που έχουν, κάποια στιγμή θα αναγκάζονταν να κάνουν την υπέρβαση και να αντικαταστήσουν τα πανάκριβα οπλικά τους συστήματα με άλλα, πιο φθηνά και πιο αποτελεσματικά, που κάποια από αυτά θα ήταν ίσως ρομποτικά, ίσως και όχι. Έχοντας, ωστόσο, απόλυτη εμπιστοσύνη στις τεχνολογικές τους δυνατότητες και υπό το κράτος φοβιών και εμμονών, τα αίτια των οποίων εντοπίζονται στον σκληρό πυρήνα του δυτικού πολιτισμού, έχουν εγκλωβιστεί σε μια παγίδα από την οποία δύσκολα θα προλάβουν να βγουν πριν χάσουν την πρωτοκαθεδρία τους στο παγκόσμιο σύστημα ισχύος.
* Διδάσκει το μάθημα της Γεωπολιτικής στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων και Γεωγραφία της Ασφάλειας και των Αφοπλισμών στο Τμήμα Τουρκικών και Σύγχρονων Ασιατικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών.
(ΕΠΙΚΑΙΡΑ-21/08-27/08/15)
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Τα σχόλια δημοσιεύονται με μια καθυστέρηση και αφού τα δει κάποιος από τη διαχείριση και όχι για λογοκρισία αλλά έλεγχο για: μη αναφορά σε προσωπικά δεδομένα, τηλέφωνα, διευθύνσεις ή υβριστικά μηνύματα ή δεσμούς (Link) με σεξουαλικό περιεχόμενο.
Τα σχόλια, οι απόψεις των σχολιαστών δεν απηχούν κατ' ανάγκη τις απόψεις του ιστολογίου μας και δεν φέρουμε καμία ευθύνη γι’ αυτά.