ΤΟΥ ΔΡ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΓΡΙΒΑ*
Στο προηγούμενο άρθρο στα «Επίκαιρα» είχαμε εξετάσει πώς η αμερικανική πολεμική μηχανή απειλείται από αυτοστραγγαλισμό διά της υψηλής της τεχνολογίας, μιας και οι ΗΠΑ χρησιμοποιούν όλο και πιο προηγμένη τεχνολογία για να κατασκευάζουν ολοένα και πιο ακριβές πλατφόρμες μάχης, με αποτέλεσμα να αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο της κατάρρευσης των μαχητικών τους ικανοτήτων λόγω υψηλού κόστους.
Όπως είχαμε αναφέρει, χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του μαχητικού αεροσκάφους F-35, το... κόστος του οποίου τείνει να ξεπεράσει τα 150 εκατ. δολάρια το ένα, τη στιγμή που υστερεί σχεδόν στα πάντα σε σχέση με τα υπάρχοντα αμερικανικά μαχητικά, όπως είναι το F-16 και το F/A-18, με μόνο πλεονέκτημα το εξαιρετικά χαμηλό ίχνος στο ραντάρ που (μάλλον) επιτυγχάνει. Όμως η συνεχής εξέλιξη στην τεχνολογία των συστημάτων αντι-stealth απειλεί να καταστήσει αυτή την ικανότητα δώρο άδωρο για το αμερικανικό μαχητικό. Επιπροσθέτως, η χαμηλή του ακτίνα δράσης, που φτάνει τα 1.100 χιλιόμετρα, δεν του επιτρέπει να φέρει εις πέρας τα καθήκοντά του στην πιο σημαντική περιοχή που θα κληθεί να δράσει, τις Σινικές Θάλασσες, καθώς τα αεροπλανοφόρα που θα το μεταφέρουν θα βρίσκονται αναγκαστικά στην ακτίναδράσης των εξειδικευμένων αντιπλοϊκών βαλλιστικών πυραύλων (ASBM) και των υπόλοιπων όπλων αντιπρόσβασης και άρνησης περιοχής (A2/AD) που αναπτύσσει η Κίνα.
Απειλητική η στρατηγική των «μεγάλων πλοίων»
Παραδοσιακά η ναυτική ισχύς αποτελεί την κορωνίδα της αμερικανικής ισχύος. Όμως στο Ναυτικό είναι που εντοπίζεται σήμερα η μεγάλη αχίλλειος πτέρνα των αμερικανικών Ενόπλων Δυνάμεων. Συγκεκριμένα, η επιμονή των ΗΠΑ στη διατήρηση ενός Ναυτικού αποτελούμενου κατά κύριο λόγο από μεγάλα πολεμικά πλοία, τα οποία πλαισιώνουν τα έντεκα τεράστια και πανάκριβα υπεραεροπλανοφόρα (super carriers) που διαθέτει, απειλεί να οδηγήσει σε επιχειρησιακή απαξίωση την αμερικανική αρμάδα.
Αυτές οι ομάδες μάχης των αμερικανικών αεροπλανοφόρων (CCGs) αποτελούν το ultima ratio [σ.σ: «ultima ratio regum», «το τελευταίο επιχείρημα των ηγεμόνων», ρήση του Λουδοβίκου 14ου που αναφέρεται στη στρατιωτική ισχύ] της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής και το απόλυτο σύμβολο της αμερικανικής ισχύος. Αναφερόμαστε σε αυτά με τον όρο υπεραεροπλανοφόρα γιατί είναι υπερδιπλάσια σε εκτόπισμα από τα αεροπλανοφόρα της Ρωσίας, της Κίνας, της Ινδίας και της Γαλλίας και μεταφέρουν επιπλέον υπερδιπλάσιο αριθμό αεροσκαφών.
Επισημαίνεται ότι μόνο οι ΗΠΑ έχουν σε υπηρεσία τόσο πολλά αεροπλανοφόρα. Η Ρωσία έχει ένα κι από ένα η Γαλλία, η Κίνα και η Ινδία. Οι δύο τελευταίες έχουν υπό κατασκευή και άλλα, ενώ η Μεγάλη Βρετανία διαθέτει κι αυτή ένα ολοκαίνουριο αεροπλανοφόρο υψηλών δυνατοτήτων, το «Queen Elizabeth», το οποίο όμως αυτή τη στιγμή δεν διαθέτει αεροπλάνα... Η Βραζιλία, πάλι, σχεδιάζει επίσης ένα αεροπλανοφόρο, ενώ η Ισπανία, η Ιαπωνία, η Ταϊλάνδη και η Ιταλία διαθέτουν πλοία από τα οποία μπορούν να επιχειρήσουν ελικόπτερα και αεροπλάνα βραχείας απονήωσης και κάθετης προσνήωσης (STOVL). Μεγάλο αριθμό παρόμοιων πλοίων διαθέτει και το Σώμα των Πεζοναυτών των αμερικανικών Ενόπλων Δυνάμεων.
Ακριβώς όμως εξαιτίας του ότι αποτελούν πλωτές αεροπορικές βάσεις, μεταφέροντας περί τα 90 αεροσκάφη διαφόρων τύπων και φιλοξενώντας χιλιάδες ανθρώπους, καθώς και λόγω του ρόλου τους ως συμβόλων της αμερικανικής ισχύος, τα υπεραεροπλανοφόρα αποτελούν εξαιρετικά ελκυστικούς στόχους, οι οποίοι πρέπει να προστατευτούν πάση θυσία. Κι αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να συνοδεύονται από μεγάλο αριθμό αντιτορπιλικών, καταδρομικών και υποβρυχίων. Δεδομένου δε ότι οι απειλές εναντίον τους συνεχώς αναβαθμίζονται τόσο ποσοτικά όσο και ποιοτικά, θα πρέπει να βελτιώνεται και η προστασία τους. Έτσι τα νέα αντιτορπιλικά κλάσης Arleigh Burke, που αποτελούν και τον πυρήνα του αμερικανικού στόλου, συνεχώς ενισχύουν τις αμυντικές τους ικανότητες, ιδιαίτερα όσον αφορά στην αντιμετώπιση βαλλιστικών πυραύλων τόσο μέσα στην ατμόσφαιρα όσο και στο Διάστημα.
Για τον σκοπό αυτό αναπτύσσεται ένα νέο ραντάρ αεράμυνας, το AMDR, το οποίο θα αντικαταστήσει το υπάρχον SPY-1 του συστήματος Aegis, που εφοδιάζει τα Arleigh Burke και τα καταδρομικά Ticonderoga του Ναυτικού των ΗΠΑ, καθώς και ολοένα και πιο εξελιγμένες εκδόσεις των αντιβαλλιστικών πυραύλων ενδοατμοσφαιρικής και εξωατμοσφαιρικής αναχαίτισης SM-2 και SM-3. Φυσικά, οι αντιβαλλιστικές ικανότητες παίζουν εξαιρετικά πολυδιάστατο ρόλο στην αμερικανική γεωστρατηγική, αλλά αυτό είναι ένα ζήτημα που ξεφεύγει από τα περιορισμένα όρια αυτού του κειμένου.
Αυξημένο κόστος για μειωμένες ικανότητες
Όλα αυτά όμως στοιχίζουν. Και στοιχίζουν πολύ. Και το σημαντικότερο είναι ότι τα όπλα αυτά αποσκοπούν στην ενίσχυση της άμυνας και όχι των επιθετικών ικανοτήτων των ομάδων μάχης των αμερικανικών αεροπλανοφόρων. Οι τελευταίες περιορίζονται στους πυραύλους Tomahawk, που θα εξαπολύσουν τα αντιτορπιλικά, τα καταδρομικά και τα υποβρύχια και κυρίως στα μαχητικά αεροσκάφη των αεροπλανοφόρων.
Κι εδώ προκύπτει το παράδοξο ότι στο μέλλον, αν και εφόσον αποκτηθούν σε μεγάλους αριθμούς τα F-35B και αντικαταστήσουν τα υπάρχοντα F/A-18E/F, η δύναμη κρούσης των αεροπλανοφόρων μάλλον θα μειωθεί αντί να αυξηθεί υπό ορισμένες συνθήκες μάχης. Συγκεκριμένα, τα F-35, πέραν των πλείστων άλλων προβλημάτων τους, τα οποία απειλούν να τα καταστήσουν το πιο ακριβό ανέκδοτο στην ιστορία της πολεμικής βιομηχανίας, για να επιτυγχάνουν το μικρό ίχνος στο ραντάρ που επιδιώκουν πρέπει να μεταφέρουν τα όπλα τους σε μια κοιλιακή εσωτερική δεξαμενή. Μπορούν, βέβαια, να αναρτούν όπλα και σε πτερυγικούς πυλώνες, αλλά σε αυτή την περίπτωση τα ίδια τα όπλα «γράφουν» στα ραντάρ και τα χαρακτηριστικά stealth πάνε περίπατο. Όμως στην εσωτερική δεξαμενή μπορούν να μεταφέρουν περίπου το μισό φορτίο απ' ό,τι ένα F/A-18.
Άρα, ακριβότερα πλοία συνοδείας, με ακριβότερα αμυντικά όπλα, θα προστατεύουν ακριβότερα αεροπλανοφόρα τα οποία θα εξαπολύουν ακριβότερα αεροπλάνα, που θα είναι ικανά να μεταφέρουν το μισό οπλικό φορτίο απ' ό,τι τα σημερινά, επιτυγχάνοντας κατά συνέπεια και τα μισά πλήγματα. Αυτή η λογική σίγουρα δεν διεκδικεί τον τίτλο της σοφότερης και οικονομικότερης μεθοδολογίας προβολής ισχύος... Και δεν είναι μόνο το κόστος. Το θέμα είναι αν αυτά τα πανάκριβα και τεχνολογικά εξελιγμένα συστήματα είναι όντως σε θέση να προστατεύσουν τα αεροπλανοφόρα και τα άλλα πλοία επιφανείας των ΗΠΑ από τους κινεζικούς -και όχι μόνο- πυραύλους. Η απάντηση είναι δύσκολο να δοθεί, αλλά αν ο γράφων θα έπρεπε να στοιχηματίσει σε κάποιον θα επέλεγε τους αντιπλοϊκούς πυραύλους και όχι τα αντίδοτά τους.
Βέβαια, οι Αμερικανοί δεν κάθονται με σταυρωμένα χέρια και αναπτύσσουν ακόμη πιο εξελιγμένα μέσα άμυνας, όπως όπλα λέιζερ και ηλεκτρομαγνητικά πυροβόλα. Στα τελευταία το βλήμα τοποθετείται ανάμεσα σε δύο ράγες με πολύ ισχυρά και αντίρροπα ηλεκτρομαγνητικά πεδία και εκτοξεύεται επιτυγχάνοντας ταχύτητες ασύλληπτες για εκρηκτικής πυροδότησης πυρομαχικά. Αυτά τα υπερυψηλής ταχύτητας (hypervelocity) βλήματα μπορούν να διανύσουν αποστάσεις χιλιομέτρων σε κλάσμα του δευτερολέπτου και κατά συνέπεια ελπίζεται να είναι σε θέση να προσβάλλουν με επιτυχία επερχόμενους βαλλιστικούς πυραύλους, εκτός των άλλων τους καθηκόντων, αμυντικών και επιθετικών. Και, μάλιστα, θα μπορούν να το πράξουν με οικονομικό τρόπο, μια και θα χρησιμοποιείται ένα φθηνό αδρανές βλήμα κι όχι ένας πολύπλοκος και πανάκριβος αντιβαλλιστικός πύραυλος, όπως ο SM-3 ή ο Patriot PAC-3.
Ωστόσο, τα συστήματα αυτά ανήκουν στο μέλλον. Για να ωριμάσουν και να τεθούν σε υπηρεσία θα πρέπει να περάσουν πολλά χρόνια, πιθανώς και δεκαετίες. Αντιθέτως, τα όπλα που σκοπεύουν να αντιμετωπίσουν, δηλαδή οι βαλλιστικοί αντιπλοϊκοί πύραυλοι και οι υψηλής ταχύτητας και μεγάλου βεληνεκούς αντιπλοϊκοί πύραυλοι cruise (ASCMs), εξελίσσονται με πολύ μεγαλύτερη ταχύτητα. Είναι θέμα μερικών ετών για το κινεζικό Ναυτικό να διαθέτει μεγάλους αριθμούς από πυραύλους cruise πολύ υψηλών επιδόσεων, έναντι των οποίων το αμερικανικό Ναυτικό δεν είναι σίγουρο ότι θα μπορεί να αμυνθεί αποτελεσματικά μέχρι να θέσει σε υπηρεσία τα νέα του αμυντικά όπλα. Και, φυσικά, δεν είναι μόνο η Κίνα. Η πρωταθλήτρια στα πυραυλικά συστήματα είναι η Ρωσία, η οποία είναι σε θέση να αναπτύξει προηγμένα όπλα είτε μόνη της είτε διαμέσου συνεργασιών με άλλες χώρες, όπως έγινε με τον ρωσοϊνδικό πύραυλο BrahMos, έναντι των οποίων οι άμυνες του αμερικανικού Ναυτικού ενδέχεται να αποδειχτούν από ατελείς έως πλήρως ανεπαρκείς.
Με άλλα λόγια, ενώ οι εν δυνάμει αντίπαλοι των ΗΠΑ, με προεξάρχοντες τους Κινέζους, αναπτύσσουν νέες επιχειρησιακές αντιλήψεις και φιλοσοφίες, οι οποίες δίνουν έμφαση στην επίθεση και βασίζονται σε συστήματα χαμηλού κόστους, αξιοποιώντας τη λεγόμενη «πυραυλική επανάσταση», οι ΗΠΑ φαίνεται να έχουν εγκλωβιστεί σε ένα μοντέλο θαλάσσιας προβολής ισχύος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, κατασκευάζοντας ολοένα και πιο ακριβά πλοία, που θα διαθέτουν ολοένα και λιγότερες ικανότητες κρούσης, ενώ ταυτοχρόνως θα απαιτείται να προστατεύονται από ολοένα και πιο εξελιγμένα αμυντικά συστήματα.
Εν παραλλήλω, στα επόμενα χρόνια απειλεί να ανοίξει ένα παράθυρο ευκαιρίας για την Κίνα και για άλλες χώρες, που θα τους επιτρέψει να αποκτήσουν υπεροπλία έναντι του Ναυτικού των ΗΠΑ, αφού το τελευταίο δεν θα έχει προλάβει να αναπτύξει τα νεότερα οπλικά του συστήματα. Ενώ όμως έχει προκύψει αυτή η εν δυνάμει τρωτότητα, η πολιτική των ΗΠΑ συνεχίζει να κυριαρχείται από μια αστήρικτη αίσθηση απόλυτης παντοδυναμίας όσον αφορά στις πολεμικές ικανότητες. Το αποτέλεσμα αυτού του συνδυασμού παραγόντων μπορεί να δώσει πολύ ενδιαφέροντα αποτελέσματα στο μέλλον.
* Διδάσκει το μάθημα της Γεωπολιτικής στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων και Γεωγραφία της Ασφάλειας και των Αφοπλισμών στο Τμήμα Τουρκικών και Σύγχρονων Ασιατικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών.
(ΕΠΙΚΑΙΡΑ-28/08-03/09/15)
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Τα σχόλια δημοσιεύονται με μια καθυστέρηση και αφού τα δει κάποιος από τη διαχείριση και όχι για λογοκρισία αλλά έλεγχο για: μη αναφορά σε προσωπικά δεδομένα, τηλέφωνα, διευθύνσεις ή υβριστικά μηνύματα ή δεσμούς (Link) με σεξουαλικό περιεχόμενο.
Τα σχόλια, οι απόψεις των σχολιαστών δεν απηχούν κατ' ανάγκη τις απόψεις του ιστολογίου μας και δεν φέρουμε καμία ευθύνη γι’ αυτά.