Άγγελου Συρίγου*
Το ευρωπαϊκό μεταναστευτικό πλαίσιο βασίζεται σε αρχές και αντιλήψεις που επικράτησαν μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου. Στην πράξη, όμως, η μοναδική περίοδος όπου το σύστημα δοκιμάσθηκε ήταν με τους πολέμους στην πρώην Γιουγκοσλαβία τη δεκαετία του ’90. Ωστόσο, οι αριθμοί όσων έφθασαν ως πρόσφυγες σε χώρες της δυτικής Ευρώπης ήσαν σχετικώς μικροί και διαχειρίσιμοι. Αντιθέτως, το κύμα των μεταναστών και προσφύγων, που ξεκίνησε φέτος από την Τουρκία και τα ελληνικά νησιά και έφτασε στις χώρες της κεντρικής Ευρώπης, βγάζει στην επιφάνεια όλα τα παράδοξα και πολλές φορές υποκριτικά της ευρωπαϊκής μεταναστευτικής πολιτικής.
Το πρώτο παράδοξο αφορά στη ρητορική προθυμία της Ε.Ε. να βοηθήσει τους πρόσφυγες της Συρίας,... του Ιράκ ή του Αφγανιστάν. Παράλληλα, όμως, δεν υπάρχει νόμιμη οδός μαζικής εισόδου προσφύγων στην Ε.Ε. Η σχετική πρωτοβουλία ανήκει αποκλειστικά στα κράτη-μέλη τα οποία αποδεικνύονται εξαιρετικά φειδωλά στους αριθμούς θεωρήσεων που δίδονται. Τα ευρωπαϊκά προξενεία σε Τουρκία, Λίβανο και Ιορδανία δεν χορηγούν μαζικές θεωρήσεις σε Σύρους, όσο και εάν οι πάντες αποδέχονται ότι είναι εν δυνάμει πρόσφυγες.
Ενώ, όμως, η κύρια (νόμιμη) οδός είναι κλειστή, η πίσω πόρτα της παράνομης εισόδου είναι διάπλατα ανοιχτή. Οποιος κατορθώσει να φτάσει στην Ε.Ε., γίνεται αποδεκτός εφόσον μπορεί να θεωρηθεί πρόσφυγας.
Το παράδοξο της στάσεως των κρατών-μελών έγκειται στο ότι είναι διατεθειμένα να βοηθήσουν μόνο όσους μπουν στη διαδικασία να ταξιδέψουν (με τους κινδύνους που ενέχει ένα τέτοιο ταξίδι) και να εισέλθουν παρανόμως στη Γερμανία, στη Σουηδία κ.α. Η ευρωπαϊκή στάση λειτουργεί τελικώς ως κίνητρο για πολλούς να επιλέξουν την παράνομη είσοδο στην Ε.Ε.
Είναι, όμως, αυτοί που καταφθάνουν όσοι έχουν τη μεγαλύτερη ανάγκη; Κατηγορηματικά όχι! Στην κεντρική Ευρώπη έρχονται όσοι έχουν την οικονομική δυνατότητα να πληρώσουν κάποιον λαθροδιακινητή για να φτάσουν στα ελληνικά νησιά και να συνεχίσουν από εκεί το ταξίδι τους. Πίσω μένουν οι πιο φτωχοί και οι πιο ευάλωτοι.
Ενα ακόμη παράδοξο της ευρωπαϊκής πολιτικής είναι ότι τα κράτη της Ε.Ε., που διαμαρτύρονται σήμερα για τα κύματα των προσφύγων από τη Συρία, δεν συγκινήθηκαν ιδιαιτέρως όταν η Τουρκία, ο Λίβανος και η Ιορδανία πλημμύρισαν με 4 εκατ. πρόσφυγες τα προηγούμενα χρόνια. Είναι χαρακτηριστικό ότι μέχρι τις αρχές του 2015 η (εκτός Ε.Ε.) Νορβηγία με 150 εκατ. ευρώ ήταν η δεύτερη μετά τη Γερμανία δωρήτρια χώρα, έχοντας προσφέρει περίπου όσα η Γαλλία, η Σουηδία και η Δανία μαζί.
Η ίδια η Γερμανία εμφανίσθηκε τον Αύγουστο να αντιμετωπίζει τους νεοεισερχόμενους με την αντίληψη που είχε υποδεχθεί τους γκασταρμπάιτερ μεταξύ 1961-73. Και όμως, η ίδια η Μέρκελ είχε χαρακτηρίσει τον Οκτώβριο του 2010 λανθασμένη την προσέγγιση εκείνης της εποχής, που οδήγησε σε «παράλληλες κοινωνίες» μέσα στη Γερμανία. Επιπλέον, η Γερμανία ανέστειλε την εφαρμογή της Συνθήκης Σέγκεν, για να μπορέσει να αντιμετωπίσει στοιχειωδώς το τεράστιο κύμα προσφύγων και μεταναστών. Αντιθέτως, τα γειτονικά της κράτη (πλην Ουγγαρίας) εμφανίζουν φιλική στάση έναντι αυτών που εισέρχονται στα εδάφη τους.
Εξάλλου γνωρίζουν πως οι νεοεισερχόμενοι θα συνεχίσουν το ταξίδι τους προς τη Γερμανία και σε λίγες ώρες/ημέρες θα έχουν φύγει.
Τέλος, ελάχιστοι (πλην, συνήθως, της άκρας δεξιάς) μιλούν επισήμως για τον κίνδυνο αλλοιώσεως της πολιτισμικής ταυτότητας της γηράσκουσας, μετα-χριστιανικής και εκκοσμικευμένης Ευρώπης από το πλήθος των εισερχομένων που είναι στη συντριπτική τους πλειοψηφία νέοι στην ηλικία Μουσουλμάνοι. Την ίδια στιγμή, οι ευρωπαϊκές μυστικές υπηρεσίες παρακολουθούν στενά τα τεμένη κάθε χώρας, γνωρίζουν με ακρίβεια τους περίπου 4.500 Ευρωπαίους πολίτες που έχουν πολεμήσει τα τελευταία τρία χρόνια με το ISIS και γενικώς έχουν στο στόχαστρό τους τις μουσουλμανικές κοινότητες που έχουν δημιουργηθεί τις τελευταίες δεκαετίες στα εδάφη τους.
Εν κατακλείδι, το πρόβλημα δεν είναι ότι τα περισσότερα κράτη-μέλη της Ε.Ε. δείχνουν να θεωρούν ως λύση τη μετατροπή της Τουρκίας σε χωροφύλακα των μεταναστευτικών ροών (αυτό είναι πρόβλημα για τους πρόσφυγες, την Ελλάδα και την Κύπρο). Το δυστύχημα είναι ότι μετά την κρίση με το ευρώ το μεταναστευτικό απειλεί βασικούς πυλώνες του ευρωπαϊκού οικοδομήματος.
Το πρώτο παράδοξο αφορά στη ρητορική προθυμία της Ε.Ε. να βοηθήσει τους πρόσφυγες της Συρίας,... του Ιράκ ή του Αφγανιστάν. Παράλληλα, όμως, δεν υπάρχει νόμιμη οδός μαζικής εισόδου προσφύγων στην Ε.Ε. Η σχετική πρωτοβουλία ανήκει αποκλειστικά στα κράτη-μέλη τα οποία αποδεικνύονται εξαιρετικά φειδωλά στους αριθμούς θεωρήσεων που δίδονται. Τα ευρωπαϊκά προξενεία σε Τουρκία, Λίβανο και Ιορδανία δεν χορηγούν μαζικές θεωρήσεις σε Σύρους, όσο και εάν οι πάντες αποδέχονται ότι είναι εν δυνάμει πρόσφυγες.
Ενώ, όμως, η κύρια (νόμιμη) οδός είναι κλειστή, η πίσω πόρτα της παράνομης εισόδου είναι διάπλατα ανοιχτή. Οποιος κατορθώσει να φτάσει στην Ε.Ε., γίνεται αποδεκτός εφόσον μπορεί να θεωρηθεί πρόσφυγας.
Το παράδοξο της στάσεως των κρατών-μελών έγκειται στο ότι είναι διατεθειμένα να βοηθήσουν μόνο όσους μπουν στη διαδικασία να ταξιδέψουν (με τους κινδύνους που ενέχει ένα τέτοιο ταξίδι) και να εισέλθουν παρανόμως στη Γερμανία, στη Σουηδία κ.α. Η ευρωπαϊκή στάση λειτουργεί τελικώς ως κίνητρο για πολλούς να επιλέξουν την παράνομη είσοδο στην Ε.Ε.
Είναι, όμως, αυτοί που καταφθάνουν όσοι έχουν τη μεγαλύτερη ανάγκη; Κατηγορηματικά όχι! Στην κεντρική Ευρώπη έρχονται όσοι έχουν την οικονομική δυνατότητα να πληρώσουν κάποιον λαθροδιακινητή για να φτάσουν στα ελληνικά νησιά και να συνεχίσουν από εκεί το ταξίδι τους. Πίσω μένουν οι πιο φτωχοί και οι πιο ευάλωτοι.
Ενα ακόμη παράδοξο της ευρωπαϊκής πολιτικής είναι ότι τα κράτη της Ε.Ε., που διαμαρτύρονται σήμερα για τα κύματα των προσφύγων από τη Συρία, δεν συγκινήθηκαν ιδιαιτέρως όταν η Τουρκία, ο Λίβανος και η Ιορδανία πλημμύρισαν με 4 εκατ. πρόσφυγες τα προηγούμενα χρόνια. Είναι χαρακτηριστικό ότι μέχρι τις αρχές του 2015 η (εκτός Ε.Ε.) Νορβηγία με 150 εκατ. ευρώ ήταν η δεύτερη μετά τη Γερμανία δωρήτρια χώρα, έχοντας προσφέρει περίπου όσα η Γαλλία, η Σουηδία και η Δανία μαζί.
Η ίδια η Γερμανία εμφανίσθηκε τον Αύγουστο να αντιμετωπίζει τους νεοεισερχόμενους με την αντίληψη που είχε υποδεχθεί τους γκασταρμπάιτερ μεταξύ 1961-73. Και όμως, η ίδια η Μέρκελ είχε χαρακτηρίσει τον Οκτώβριο του 2010 λανθασμένη την προσέγγιση εκείνης της εποχής, που οδήγησε σε «παράλληλες κοινωνίες» μέσα στη Γερμανία. Επιπλέον, η Γερμανία ανέστειλε την εφαρμογή της Συνθήκης Σέγκεν, για να μπορέσει να αντιμετωπίσει στοιχειωδώς το τεράστιο κύμα προσφύγων και μεταναστών. Αντιθέτως, τα γειτονικά της κράτη (πλην Ουγγαρίας) εμφανίζουν φιλική στάση έναντι αυτών που εισέρχονται στα εδάφη τους.
Εξάλλου γνωρίζουν πως οι νεοεισερχόμενοι θα συνεχίσουν το ταξίδι τους προς τη Γερμανία και σε λίγες ώρες/ημέρες θα έχουν φύγει.
Τέλος, ελάχιστοι (πλην, συνήθως, της άκρας δεξιάς) μιλούν επισήμως για τον κίνδυνο αλλοιώσεως της πολιτισμικής ταυτότητας της γηράσκουσας, μετα-χριστιανικής και εκκοσμικευμένης Ευρώπης από το πλήθος των εισερχομένων που είναι στη συντριπτική τους πλειοψηφία νέοι στην ηλικία Μουσουλμάνοι. Την ίδια στιγμή, οι ευρωπαϊκές μυστικές υπηρεσίες παρακολουθούν στενά τα τεμένη κάθε χώρας, γνωρίζουν με ακρίβεια τους περίπου 4.500 Ευρωπαίους πολίτες που έχουν πολεμήσει τα τελευταία τρία χρόνια με το ISIS και γενικώς έχουν στο στόχαστρό τους τις μουσουλμανικές κοινότητες που έχουν δημιουργηθεί τις τελευταίες δεκαετίες στα εδάφη τους.
Εν κατακλείδι, το πρόβλημα δεν είναι ότι τα περισσότερα κράτη-μέλη της Ε.Ε. δείχνουν να θεωρούν ως λύση τη μετατροπή της Τουρκίας σε χωροφύλακα των μεταναστευτικών ροών (αυτό είναι πρόβλημα για τους πρόσφυγες, την Ελλάδα και την Κύπρο). Το δυστύχημα είναι ότι μετά την κρίση με το ευρώ το μεταναστευτικό απειλεί βασικούς πυλώνες του ευρωπαϊκού οικοδομήματος.
* ο κ. Αγγελος Μ. Συρίγος είναι επίκουρος καθηγητής Διεθνούς Δικαίου στο Πάντειο.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Τα σχόλια δημοσιεύονται με μια καθυστέρηση και αφού τα δει κάποιος από τη διαχείριση και όχι για λογοκρισία αλλά έλεγχο για: μη αναφορά σε προσωπικά δεδομένα, τηλέφωνα, διευθύνσεις ή υβριστικά μηνύματα ή δεσμούς (Link) με σεξουαλικό περιεχόμενο.
Τα σχόλια, οι απόψεις των σχολιαστών δεν απηχούν κατ' ανάγκη τις απόψεις του ιστολογίου μας και δεν φέρουμε καμία ευθύνη γι’ αυτά.