• Τουρκική φρεγάτα κατά τη διάρκεια άσκησης.
• Η συνεχιζόμενη αύξηση της στρατιωτικής ισχύος, σε βαθμό δυσανάλογο με τις απαραίτητες ανάγκες της χώρας, έχει ως αποτέλεσμα η Τουρκία να διαθέτει πλέον τις μεγαλύτερες ένοπλες δυνάμεις του ΝΑΤΟ μετά τις ΗΠΑ.
Από τον Μάνο Ηλιάδη
Στο φύλλο της «κυριακάτικης δημοκρατίας» της 8ης Ιουνίου 2014, σε άρθρο μας με τίτλο «Η Τουρκία δίνει 70 δισ. για όπλα έως το 2023!», έτος που αποτελεί την 100ή επέτειο από την ίδρυση της Τουρκικής Δημοκρατίας, είχαμε αναφερθεί στο εξωφρενικό αυτό ποσό και είχαμε παραθέσει πίνακα με τα μείζονα εξοπλιστικά προγράμματα των Τούρκων. Στο ίδιο άρθρο είχαμε αναφερθεί στις αντίστοιχες εξοπλιστικές δαπάνες της Ελλάδας, η οποία (βάσει του τελευταίου Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Προσαρμογής) δεν αναμένεται να επενδύσει περισσότερα από 2,828 δισ. ευρώ εις το 2018 και το πολύ άλλα τόσα έως το 2023.
Όπως αναφέραμε τότε, για την εξαγωγή συμπερασμάτων αναφορικά με τις προφανείς επιδράσεις που...
τέτοιες ανισορροπίες ισχύος έχουν στις σχέσεις μεταξύ δύο χωρών, δεν χρειάζεται να είναι κανείς ειδικός σε θέματα διεθνών σχέσεων ή άμυνας.
τέτοιες ανισορροπίες ισχύος έχουν στις σχέσεις μεταξύ δύο χωρών, δεν χρειάζεται να είναι κανείς ειδικός σε θέματα διεθνών σχέσεων ή άμυνας.
Το «θέατρο»
Χρειάζεται, όμως, να αναφέρει κανείς αυτά τα στοιχεία και όσα αυτά συνεπάγονται, για να σταματήσει επιτέλους το «θέατρο» που παίζεται στον τομέα της άμυνας της χώρας εδώ και αρκετά χρόνια, με συμμετοχή όλων των αρμοδίων και υπευθύνων για την προστασία των συμφερόντων και της ασφάλειας της χώρας.
Σε προ διετίας άρθρο μας είχαμε αναφέρει ότι η τουρκική στρατιωτική ισχύς έχει μία διάσταση, η οποία εκτιμάται ότι σύντομα θα απασχολεί όχι μόνο την Ελλάδα αλλά όλες τις χώρες με ενδιαφέρον και ρόλο στην ευρύτερη περιοχή. Η διάσταση αυτή δεν είναι άλλη παρά η συνεχιζόμενη τάση αυξήσεις της τουρκικής στρατιωτικής ισχύος, σε βαθμό δυσανάλογο με τις καθαρά αμυντικές ανάγκες της χώρας, αλλά ανάλογο της νεο-οθωμανικής πολιτικής της Τουρκίας του Ερντογάν και της φιλοδοξίας της να διαδραματίσει έναν
πολύ ευρύτερο ρόλο. Συγκεκριμένως, μέσα σε δέκα χρόνια η στρατιωτική ισχύς της Τουρκίας αυξήθηκε κατακόρυφα με τη χώρα αυτή
να διαθέτει πάντα τις μεγαλύτερες ένοπλες δυνάμεις του ΝΑΤΟ μετά τις ΗΠΑ, τον δεύτερο μεγαλύτερο στόλο φρεγατών του ΝΑΤΟ μετά τη Γαλλία (με 19 φρεγάτες έναντι 23 της Γαλλίας, της Γερμανίας 13 της Αγγλίας, 12 της Ιταλίας και 10 της Ισπανίας), τον μεγαλύτερο στόλο υποβρυχίων, με 16 υποβρύχια έναντι 10 της Γαλλίας (αν και με τελείως διαφορετικές δυνατότητες τα υποβρύχια της τελευταίας) ή έναντι μόνο τεσσάρων της Ισπανίας και της Γερμανίας και έξι της Ιταλίας (που αποφάσισε πρόσφατα να τα μειώσει σε τέσσερα), τον μεγαλύτερο αποβατικό στόλο και αμφίβια δύναμη της Μεσογείου, τον μεγαλύτερο στόλο σκαφών ναρκοπολέμου (μαζί με τη Γερμανία), με 20 σκάφη κ.λ.π., καθώς και όλα τα συναφή μέσα για την ανάλογη πολιτική της επιδίωξη για προβολή δυνάμεων όπως πλοία ανεφοδιασμού του στόλου, ένα LSD, αεροσκάφη εναέριου ανεφοδιασμού για την αεροπορία της (εφτά ιπτάμενα τάνκερ KTC-135R), ιπτάμενα συστήματα προειδοποιήσεως και ελέγχου, ίδιες δυνατότητες δορυφορικών επικοινωνιών (και σύντομα δορυφορικής παρατηρήσεως), βαλλιστικούς πυραύλους μικρού και μέσου βεληνεκούς και όλα τα άλλα που έχουμε κατά καιρούς αναφέρει.
Η κατακόρυφη άνοδος, ποιοτική και ποσοτική της στρατιωτικής ισχύος της Τουρκίας οφείλεται σε δύο λόγους: Ο πρώτος είναι ότι η χώρα αυτή έχει επιδοθεί σε μία πρωτοφανή εξοπλιστική προσπάθεια (αρκεί να αναφερθεί ότι στη δεκαετή αυτή περίοδο, 2002- 2011, υλοποίησε εξοπλιστικά προγράμματα ύψους 27 δισ. δολαρίων), μία τάση που αναμένεται να συνεχισθεί δεδομένου ότι η εξοπλιστική αυτή προσπάθεια υλοποιείται σε μεγάλο βαθμό από mv εγχώρια αμυντική βιομηχανία, με αποτέλεσμα τα κονδύλια που διατίθενται για εξοπλισμούς να διοχετεύονται σε σημαντικό βαθμό στη βιομηχανία της χώρας.
Ο δεύτερος λόγος είναι ότι η Τουρκία, σε αντίθεση με σχεδόν όλες τις χώρες της Ευρώπης αλλά και τις περισσότερες χώρες σε όλο τον κόσμο (των ΗΠΑ συμπεριλαμβανομένων), επωφελούμενη της ισχυρής ακόμη οικονομίας της, αντί να μειώνει, αυξάνει τους αμυντικούς προϋπολογισμούς. Ο αμυντικός προϋπολογισμός της του 2012, για παράδειγμα, αυξήθηκε κατά 7,4% του αντίστοιχου του 2011, μια τάση που παρατηρείται τα τελευταία αρκετά χρόνια. Η αύξηση αυτή αντανακλάται και στις αμυντικές δαπάνες της ως ποσοστό του γενικού προϋπολογισμού. Από 6,5% του γενικού προϋπολογισμού που αποτελούσαν οι αμυντικές δαπάνες του 2007 ανήλθαν στο 7,1% το 2008, στο 9,8% το 2009, στο 14,65% το 2010 και στο 14,68% το 2011.
Δαπάνες
Σύμφωνα με στοιχεία του (σουηδικό) SIPRI για το 2013, η Τουρκία κατέλαβε τη 14η θέση οε ολόκληρο τον κόσμο από απόψεως αμυντικών δαπανών, οι οποίες ανήλθαν σε 19,1 δισ. δολάρια.
Οι μεγάλες αυτές αμυντικές δαπάνες αντανακλούν επίσης το ιδιαίτερο ενδιαφέρον των κυβερνήσεων Ερντογάν για την ανάπτυξη της αμυντικής βιομηχανίας της χώρας, η οποία αποτελεί το βασικότερο εργαλείο για την υλοποίηση του φιλόδοξου στόχου αναδείξεως της Τουρκίας σε μείζονα δύναμη και επιπλέον μία σημαντική πηγή εισοδήματος. Το 2008, για παράδειγμα οι εξαγωγές της
τουρκικής αμυντικής βιομηχανίας ήταν 600.000.000 δολάρια. Στο τέλος του 2012 οι εξαγωγές είχαν διπλασιασθεί, ανελθούσες σε 1.2 δισ. δολάρια Το 2013 ο αριθμός των αμυντικών βιομηχανιών ανήλθε σε 500.000.000, ενώ οι εξαγωγές έφτασαν το 1,5 δισ. δολάρια. Για δε το 2014 εκτιμάται ότι οι εξαγωγές θα φτάσουν το 1,8 δισ. δολάρια.
Εξαγωγές $ 25 δισ. ο στόχος
Σε πρόσφατο δημοσίευμα της φιλοκυβερνητικής «Yerani Safak» γίνεται αναφορά στις επιδιώξεις της Τουρκίας για το άμεσο μέλλον. Σύμφωνα με το δημοσίευμα, η παγκόσμια αγορά εξοπλισμών την παρούσα περίοδο ανέρχεται σε 1,5 τρισ. δολάρια, η οποία εκτιμάται να φτύσει τα 2,5 τρισ. δολάρια έως το 2023. Στόχος της κυβερνήσεως είναι η Τουρκία να πραγματοποιήσει εξαγωγές αμυντικού υλικού ύψους τουλάχιστον 25 δισ. δολαρίων από το παραπάνω ποσό.
Το τρίπτυχο (στο βιβλίο του Νταβούτογλου) που θέλουν να ακούσουν οι μάζες.
ΕΚΤΟΣ, όμως, της συνεισφοράς της αμυντικής βιομηχανίας στην ενίσχυση των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων και τη σημαντική συμβολή της στη διαμόρφωση του ΑΕΠ της χώρας, το κυβερνών κόμμα χρησιμοποιεί την αμυντική βιομηχανία και για πολιτικούς λόγους, προβάλλοντας συνέχεια τα επιτεύγματα της, κάτι ιδιαίτερα ευχάριστο και κολακευτικό για τις διψασμένες για μεγαλεία ευρύτερες λαϊκές μάζες, που αποτελούν τη βάση της εκλογικής πελατείας του συγκεκριμένου κόμματος. Πρόσφατες πληροφορίες από τουρκικά και ξένα ΜΜΕ επιβεβαιώνουν τα παραπάνω, αναφέροντας ότι οι ιθύνοντες του ΑΚΠ εμφανίζονται τελευταία με μία ιδιαίτερη εμμονή στην ιδέα της «Νέας Τουρκίας» και φέρεται ότι είναι αποφασισμένοι να αναδείξουν τη χώρα τους σε ένα ισχυρό κράτος, με βάση το τρίπτυχο «Εθνική Κυβέρνηση - Ισχυρός Στρατός - Ισχυρή Αμυντική Βιομηχανία».
Το τρίπτυχο θυμίζει έμμεσα τις απόψεις του νέου πρωθυπουργού Νταβούτογλου, ο οποίος στο βιβλίο του «Στρατηγικό Βάθος κ.λ.π.» (Εκδόσεις Ποιότητα) αφιερώνει ολόκληρο υποκεφάλαιο στη σημασία της αμυντικής βιομηχανίας, αναφέροντας: «Η αμυντική βιομηχανία μίας χώρας είναι συνάμα το αποτέλεσμα και μέρος της εξίσωσης ισχύος της» [...] «Οι χώρες οι οποίες έχουν εγκλωβιστεί στη συζήτηση περί των προτεραιοτήτων μεταξύ της οικονομικής ανάπτυξης και της ασφάλειας είναι πολύ δύσκολο να σημειώσουν σοβαρά και συνεπή βήματα προς αμφότερους τους χώρους. Οι χώρες, πάλι, που κάνουν τις πιο αναποτελεσματικές εφαρμογές, αφού εξοικονομήσουν τις δαπάνες τις οποίες απαιτεί η ασφάλειά τους και θέσουν σε δεύτερη μοίρα την οικονομική τους ανάπτυξη, προκρίνουν την καθιέρωση μιας διάρθρωσης για τα απαιτούμενα όπλα και οπλικά συστήματα που βασίζεται σε εισαγωγές. Οι χώρες αυτές, από τη μία, διοχετεύουν τις ισχνές τους αποταμιεύσεις στην αγορά όπλων, τα οποία σημειωτέον δεν αποφέρουν από οικονομική άποψη κάποιο εισόδημα, και από την άλλη έρχονται αντιμέτωπες με τα αρνητικά αποτελέσματα των επιλογών τους, όπως η ανισορροπία στο ισοζύγιο εξωτερικών πληρωμών, η εξάρτηση στην παραγωγή όπλων και η παραμέληση της αμυντικής τους βιομηχανίας -που από μόνη της είναι ένας οικονομικός κλάδος-, γεγονός που θέτει σε κίνδυνο το οικονομικό και στρατιωτικό μέλλον τους». [...]«... οι χώρες που λειτουργούν πιο αποτελεσματικά είναι εκείνες που, έχοντας αντιληφθεί τον αμυντικό κλάδο ως έναν πραγματικό οικονομικό τομέα, κάνουν τον σχεδιασμό τους με τρόπο ώστε αφενός να αντιμετωπίζουν τις δικές τους αμυντικές ανάγκες (σ.σ.: μέσω της αμυντικής βιομηχανίας τους) και αφετέρου να εξασφαλίζουν οικονομικό εισόδημα από τα όπλα και τα αμυντικά συστήματα που παράγουν». [...] «Άλλωστε, μία χώρα που είναι εξαρτημένη στα θέματα της άμυνας (όπλα) από το εξωτερικό δεν είναι δυνατόν να διαμορφώσει μία ανεξάρτητη και μόνιμη πολιτική βούληση».
Λέτε αυτά να έχουν εφαρμογή και στην περίπτωση της δικής μας αμυντικής βιομηχανίας (στην οποία θα επανέλθουμε σύντομα);
(ΚΥΡ.ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ-26/10/2014)
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Τα σχόλια δημοσιεύονται με μια καθυστέρηση και αφού τα δει κάποιος από τη διαχείριση και όχι για λογοκρισία αλλά έλεγχο για: μη αναφορά σε προσωπικά δεδομένα, τηλέφωνα, διευθύνσεις ή υβριστικά μηνύματα ή δεσμούς (Link) με σεξουαλικό περιεχόμενο.
Τα σχόλια, οι απόψεις των σχολιαστών δεν απηχούν κατ' ανάγκη τις απόψεις του ιστολογίου μας και δεν φέρουμε καμία ευθύνη γι’ αυτά.