• Ο ερχομός Πούτιν «υπενθύμισε» τους λόγους για τους οποίους η Αθήνα θέλει τη στήριξη της Μόσχας.
• Η χώρα αντιμετωπίζει μια δομική αντίφαση στο πρόβλημα της εθνικής της ασφάλειας. Δεν καλύπτεται έναντι της Τουρκίας ούτε από το ΝΑΤΟ ούτε από την ΕΕ. Θα πρέπει επομένως να μεριμνήσει και να αναπτύξει τις συμμαχίες της.
• Τα ελληνικά προϊόντα μπορούν να βρουν προνομιακή αγορά στη Ρωσία. Δεν υπάρχει όμως κανένας αυτοματισμός στην προοπτική αυτή. Η Ελλάδα πρέπει να πρωτοστατήσει στην Ευρώπη για την άρση των κυρώσεων.
ΤΟΥ ΠΕΡΙΚΛΗ ΝΕΑΡΧΟΥ*
Η επίσκεψη Πούτιν στην Αθήνα και στο Άγιον Όρος ήρθε να επαναθέσει για την Ελλάδα τη σημασία που έχουν γι΄ αυτή οι σχέσεις με τη Ρωσία μέσα από τέσσερις συγκεκριμένες σκοπιές. Η πρώτη είναι η Ορθοδοξία. Ο ηγέτης μιας μεγάλης χώρας, που πήρε τον Χριστιανισμό από το Βυζάντιο και που διήλθε για εβδομήντα χρόνια μέσα από ένα καθεστώς επίσημης αθεΐας, έρχεται με απέραντο σεβασμό στο Άγιον Όρος για να δια- δηλώσει την προσήλωση του ιδίου και του λαού του στις πνευματικές ρίζες της Ορθοδοξίας.
Η στάση του αντιφάσκει με παράταιρες φωνές που ακούονται τελευταία στη χώρα μας και που στόχο έχουν την απαξίωση της Ορθοδοξίας και της πολιτιστικής και ιστορικής ταυτότητας του ελληνικού λαού. Προβάλλονται ως πρόσχημα ιδεοληψίες και ξενόφερτα συνθήματα για δήθεν «πολυπολιτισμικές» κοινωνίες, που αντιμάχονται την ιδέα του έθνους και του εθνικού κράτους. Για τους υπερμάχους όμως και ζηλωτές των ιδεολογημάτων αυτών ήρθε ο ίδιος ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, ο Πολωνός Ντόναλντ Τουσκ, να δώσει, ενώπιον των άλλων Ευρωπαίων ηγετών, μια ηχηρή απάντηση. Η ιδέα της Ευρώπης, είπε, είναι αδιαχώριστη από τα εθνικά της κράτη. Η σπουδή για μια δήθεν ολοκληρωμένη, ομοσπονδιακή Ευρώπη μπορεί να οδηγήσει στη διάλυση της Ευρώπης. Συνέδεσε δε με τη σπουδή αυτή και τα ιδεολογήματα για υπερεθνική και μεταεθνική Ευρώπη την άνοδο του ευρωσκεπτικισμού και του εθνικισμού, που μπορούν να απειλήσουν την ευρωπαϊκή ενοποίηση.
Χρειάζεται ορισμένες φορές να διαπιστώσουμε μέσα από τον σεβασμό που αποδίδουν οι άλλοι το μέγεθος και την αξία μιας δικής μας κληρονομιάς, που έχει οικουμενική εμβέλεια. Ο Ελληνισμός έγινε δυο φορές στην ιστορία πρωταγωνιστής μιας οικουμενικής ιδέας και μιας οικουμενικής αυτοκρατορίας. Η πρώτη είχε ως κοινό παρονομαστή την αρχαία κλασική παιδεία. Οι οικουμενικές ανθρωπιστικές αξίες που γεννήθηκαν και ανδρώθηκαν μέσα στην κλασική πόλη και κατ' εξοχήν στην Αθήνα διαδόθηκαν και εκφράσθηκαν μέσα στο πλαίσιο της ιδέας της οικουμενικής αυτοκρατορίας που οραματίσθηκε και προσπάθησε να κάνει πράξη ο Μέγας Αλέξανδρος μετά τη μεγάλη εκστρατεία του στην Ανατολή.
Η δεύτερη φορά που ο Ελληνισμός έγινε πρωταγωνιστής μιας οικουμενικής ιδέας και μιας οικουμενικής αυτοκρατορίας είναι το Βυζάντιο. Κοινός παρονομαστής τη φορά αυτή δεν ήταν η κλασική παιδεία, αλλά η χριστιανική ιδέα στην εκδοχή της ειδικότερα της Ελληνικής Ορθοδοξίας. Το Βυζάντιο συνέχισε την οικουμενική αυτοκρατορική ιδέα της Ρώμης, που, μετά την επικράτηση του Χριστιανισμού, μετεξελίχθη σε χριστιανική οικουμενική ιδέα. Η τελευταία συμπορεύθηκε με τη μετάλλαξη της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας σε μια ελληνική αυτοκρατορία, το Βυζάντιο, από τον 6ο αιώνα και μετά.
Στην πανηγυρική δοξολογία στο Άγιον Ορος για την υποδοχή του Πούτιν όλοι άκουσαν να ψάλλεται ο Ύμνος στην Υπέρμαχο Στρατηγό. Είναι συγκινητικό και ταυτόχρονα πολύ ενδεικτικό ότι ο ύμνος «Τη Υπερμάχω Στρατηγώ» ψάλλεται αδιάλειπτα ως διαχρονικός ελληνικός εθνικός ύμνος από το 626 μ.Χ., μετά την ηρωική αντίσταση του λαού και τη σωτηρία της πόλεως από τους Αβάρους, που είχαν πολιορκήσει την πόλη σε συνεννόηση με τους Πέρσες. Την ίδια περίπου χρονολογία έχουν και άλλοι ύμνοι, ψαλμοί και τροπάρια που συνδέονται με τη χιλιόχρονη Βυζαντινή Αυτοκρατορία και την Ελληνική Ορθοδοξία.
Η ομοδοξία με τη Ρωσία δεν έχει, δυστυχώς, μόνο πλεονεκτήματα για την Ελλάδα. Αντιμετωπίζεται με μεγάλη καχυποψία και εχθρότητα από τους γεωπολιτικούς ανταγωνιστές της Ρωσίας, οι οποίοι βλέπουν σ' αυτή έναν παράγοντα φιλικών αισθημάτων του ελληνικού λαού προς τη Ρωσία. Δεν αποτελεί γι' αυτό έκπληξη η ανομολόγητη πολιτική της μειώσεως του ρόλου και της επιρροής της Ορθοδοξίας στα Βαλκάνια, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδος, που ασκείται μετά τη στρατιωτική επέμβαση του ΝΑΤΟ στη Γιουγκοσλαβία και την αλλαγή των γεωπολιτικών συσχετισμών στην περιοχή. Η πολιτική αυτή ασκείται άτυπα αφ' ενός μέσα από την υποστήριξη και αναβάθμιση παραγόντων που θεωρούνται εξ ορισμού ως ανταγωνιστικοί της ρωσικής επιρροής και αφ' ετέρου μέσα από την προώθηση πολυπολιτισμικών ιδεολογημάτων, με πρόσχημα μια ορισμένη, υπερεθνική ιδέα της Ευρώπης και την παγκοσμιοποίηση.
Το ανταγωνιστικό γεωπολιτικό πλαίσιο
Υπήρξε για ένα σύντομο διάστημα η ελπίδα ότι το τέλος του Ψυχρού Πολέμου θα άλλαζε και το γεωπολιτικό σκηνικό μέσα στο οποίο είχαν κινηθεί και οι ελληνορωσικές σχέσεις, στο στενό περιθώριο που άφηνε η ύπαρξη των δύο ανταγωνιστικών συνασπισμών. Η ελπίδα όμως αυτή διαψεύσθηκε γρήγορα. Το καθεστώς Γέλτσιν που επικράτησε στη Ρωσία, μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ενώσεως, οδήγησε σε μια ασύλληπτη καταστροφή και αποδυνάμωση της Ρωσίας. Μιας χώρας που καλύπτει σε έκταση το ένα δέκατο περίπου του πλανήτη και που, με τη μια μορφή ή την άλλη, αναγνωριζόταν στη διεθνή ζωή ως μια από τις μεγάλες δυνάμεις και υπερδυνάμεις.
Η ανασυγκρότηση της ισχύος της Ρωσίας από τον Βλαντιμίρ Πούτιν ανέτρεψε τα σενάρια για την ένταξή της σε μια νέα παγκόσμια τάξη, που θα εκφραζόταν από μια συμμαχία διεθνούς ολιγαρχικού κεφαλαίου και πολυεθνικών με εγχώριους ολιγάρχες. Η ανόρθωσή της επανέφερε στην ημερήσια διάταξη και τον γεωπολιτικό ανταγωνισμό. Ήδη εκδηλώθηκε επί εποχής Γέλτσιν, το ΝΑΤΟ είχε προελάσει προς ανατολάς μέχρι τα ρωσικά σύνορα.
Οι ΗΠΑ κατέστησαν την παγκοσμιοποίηση επίσημη πολιτική επί προεδρίας Κλίντον και όχημα μεγαλεπήβολων φιλοδοξιών διεθνούς ηγεμονίας. Η επιστροφή της Ρωσίας σε ρόλο παγκόσμιας και όχι απλώς περιφερειακής δυνάμεως ανταγωνιζόταν αυτές τις φιλοδοξίες. Η Ευρώπη έγινε πεδίο ανταγωνισμού, σε μια συγκυρία επανενώσεως της Γερμανίας και εξελίξεως της δυναμικής για ευρωπαϊκή ενοποίηση που είχε αρχίσει με ισχυρή γαλλογερμανική αλλά και αμερικανική υποστήριξη. Οι ΗΠΑ προέβαλαν την ανάγκη γεωπολιτικής κεφαλαιοποιήσεως της καταρρεύσεως της Σοβιετικής Ενώσεως με την εσπευσμένη ένταξη των χωρών του πρώην Ανατολικού Συνασπισμού στους λεγόμενους ευρωατλαντικούς θεσμούς, το ΝΑΤΟ, δηλαδή, και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Από την πολιτική αυτή δεν έλειψε, βεβαίως, η υστεροβουλία για παρεμπόδιση και αποτροπή οποιοσδήποτε γεωπολιτικής αυτονομίας της Ευρώπης, που θα μπορούσε να οδηγήσει σε χαλάρωση τον ευρωατλαντικό γεωπολιτικό δεσμό.
Με άλλα λόγια, θα έπρεπε, κατά τη λογική της αμερικανικής πολιτικής, ν' αποτραπεί μια στρατηγική συνεργασία της Ευρώπης με τη Ρωσία που θα μπορούσε ν' αναπτύξει μια άλλη δυναμική και την αίσθηση χωριστών ευρωπαϊκών συμφερόντων. Προς την κατεύθυνση αυτή συνέτρεξαν ως πρωταγωνιστές οι νέες χώρες που εντάχθηκαν στην Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΝΑΤΟ και οι οποίες, εμπνεόμενες από τις προηγούμενες εμπειρίες τους και τη γεωπολιτική τους θέση, προέβαλλαν και προβάλλουν με ιδιαίτερη ένταση το πρόβλημα ασφάλειας και υπερμαχούν υπέρ μιας ατλαντικής ευρωπαϊκής πολιτικής.
Η παγκοσμιοποίηση και οι γεωπολιτικοί αυτοί υπολογισμοί των ΗΠΑ επηρέασαν βαθιά το ευρωπαϊκό σχέδιο για ενοποίηση και σ' έναν μεγάλο βαθμό το μετάλλαξαν. Ευρωπαϊκές επίσης δυνάμεις, με πρώτη τη Γερμανία, που κατέκτησε δεσπόζουσα θέση στην Ευρώπη με το οικονομικό της βάρος, σε μια κοινή αγορά, η ανισότητα της οποίας δεν αντισταθμίζεται από πολιτική ενοποίηση, συμμαχούν εκ των πραγμάτων με τις ΗΠΑ σε δύο κεφαλαιώδη ζητήματα. Στο ζήτημα, πρώτον, της γεωπολιτικής αλληλεγγύης, που συνδέεται με το ΝΑΤΟ και την ευρωπαϊκή ασφάλεια, και στο ζήτημα, δεύτερον, του ελευθέρου εμπορίου και της παγκοσμιοποίησης.
Στο πλαίσιο αυτό, πού πάει η Ευρώπη; Διαπιστώνει κανείς την άνοδο των αντιφάσεων, του ευρωσκεπτικισμού και των αντιδράσεων προς μια Ευρώπη που απομακρύνεται από τα αισθήματα και τις προσδοκίες των λαών της. Οι υποσχέσεις για ανάπτυξη και ευημερία διαψεύδονται. Η άκρατη και άκριτη παγκοσμιοποίηση θέτει το ευρωπαϊκό επίπεδο ζωής σε άμεσο συναγωνισμό με τα επίπεδα ζωής και εργασίας του Τρίτου Κόσμου, με πρόσχημα την περίφημη διεθνή ανταγωνιστικότητα.
Η υποκατάσταση του κράτους από τη λογική της αγοράς περιθωριοποιεί τον ρόλο του κράτους και πλήττει απροκάλυπτα το κοινωνικό κράτος, το οποίο αποτελούσε μέχρι τώρα κεντρικό στοιχείο του ευρωπαϊκού οικονομικού μοντέλου, αντίθετα προς το υπερφιλελεύθερο αμερικανικό μοντέλο.
Το άνοιγμα των συνόρων, η επέλαση ασταμάτητων κυμάτων προσφύγων και λαθρομεταναστών -ιδίως μουσουλμάνων-, η προπαγάνδα κατά του έθνους και του εθνικού κράτους και η προώθηση της λεγάμενης «πολυπολιτισμικής» κοινωνίας και των ιδεολογημάτων της αυξάνουν τον ευρωσκεπτικισμό και την αμφισβήτηση της σημερινής πορείας της Ευρώπης.
Η αναβίωση επίσης ενός νέου ψυχροπολεμικού κλίματος καταρρίπτει έναν άλλο ιδρυτικό μύθο της Ευρώπης. Ότι, δηλαδή, η ευρωπαϊκή ενοποίηση θα έθετε οριστικά τέρμα στην Ευρώπη των πολέμων και των συρράξεων, από τις οποίες είχε δεινοπαθήσει στο παρελθόν. Η Ευρωπαϊκή Ένωση, αντί να πρωτοστατήσει για την οικοδόμηση μιας σταθερής ειρήνης και συνεργασίας στην Ευρώπη, ενεργεί ως υποτακτικός εταίρος των ΗΠΑ και συμπράττει σ' έναν γεωπολιτικό ανταγωνισμό που δεν συντρέχει με τα ιδιαίτερα ευρωπαϊκά συμφέροντα. Χαρακτηριστική περίπτωση είναι η πολιτική των κυρώσεων κατά της Ρωσίας, που καταγγέλλεται ως επιτιθέμενη στην Ουκρανία.
Εάν εξετάσει κανείς αντικειμενικά τι ακριβώς έγινε στην Ουκρανία, θα διαπιστώσει ότι η ανατροπή Γιανουκόβιτς δεν ήταν τόσο εσωτερική υπόθεση της Ουκρανίας. Ήταν περισσότερο υπόθεση των ΗΠΑ και της Ευρώπης, που υπεστήριξαν υπογείως την ανατροπή Γιανουκόβιτς, με στόχο τη γεωπολιτική μετακίνηση της Ουκρανίας στη δυτική επιρροή. Η ενορχήστρωση επομένως μιας αντιπαραθέσεως με τη Ρωσία, μ' επίκεντρο την Ουκρανία, και η επιβολή κυρώσεων είναι προσχηματικές. Υπηρετούν έναν επικίνδυνο γεωπολιτικό ανταγωνισμό, που μπορεί να εκφύγει από κάθε έλεγχο και να οδηγήσει σε θερμή σύγκρουση.
Γιατί η Ευρώπη να συντάσσεται με μια τέτοια πολιτική; Σε τι εξυπηρετούν την Ευρώπη η πολιτική εντάσεως με τη Ρωσία και η στρατηγική περιχαρακώσεώς της, που είναι παρωχημένη και ανερμάτιστη με τα δεδομένα της σύγχρονης τεχνολογίας και των διηπειρωτικών πυρηνικών όπλων;
Επιτακτική η αμυντική θωράκιση
Η Ελλάδα είναι μέλος του ΝΑΤΟ και της Ευρωπαϊκής Ενώσεως. Μέλος όμως του ΝΑΤΟ είναι και η ανταγωνιστική Τουρκία. Η Ευρωπαϊκή Ένωση, στην οποία είχαν επενδυθεί πολλές ελπίδες για συλλογική ασφάλεια, κατέληξε να ταυτισθεί ουσιαστικά με το ΝΑΤΟ σε ό,τι αφορά στην ασφάλεια. Υπό τις συνθήκες αυτές, η Ελλάδα αντιμετωπίζει μια δομική αντίφαση στο πρόβλημα της εθνικής της ασφάλειας. Δεν καλύπτεται έναντι της Τουρκίας ούτε από το ΝΑΤΟ ούτε από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Θα πρέπει επομένως να μεριμνήσει, με εθνικές προσπάθειες, για την ασφάλειά της, εφόσον η απειλή εναντίον της δεν προέρχεται από αυτόν που υποδεικνύεται από το ΝΑΤΟ ως ο κύριος γεωπολιτικός ανταγωνιστής, δηλαδή η Ρωσία, αλλά από ένα άλλο μέλος του ΝΑΤΟ, την Τουρκία.
Στο πλαίσιο αυτό, η Ελλάδα έχει ανάγκη τις καλές σχέσεις με τη Ρωσία, ως στρατηγικό αντίβαρο στην τουρκική απειλή. Αντιλαμβάνεται κανείς ότι κάθε φορά που οι σχέσεις ΗΠΑ - Ρωσίας οξύνονται, οξύνεται και η αμερικανική αντίδραση έναντι οποιοσδήποτε πρωτοβουλίας της Ελλάδος να ενισχύσει τις σχέσεις της με τη Ρωσία. Η Ελλάδα έχει για τον λόγο αυτό κάθε συμφέρον για ύφεση και συνεργασία στις σχέσεις ΗΠΑ - Ευρώπης και Ρωσίας.
Στο μέτρο όμως που δεν συμπορεύεται πάντα η πραγματικότητα με τις ευχές, τίθεται το ερώτημα τι κάνει η Ελλάδα, για την οποία η εθνική ασφάλεια και η αντιμετώπιση της τουρκικής απειλής είναι το υπ' αριθμόν ένα πρόβλημα. Το ερώτημα αυτό γίνεται σήμερα ακόμη πιο επιτακτικό, όταν η χώρα βρίσκεται σε δεινή οικονομική θέση και στην άλλη πλευρά κλιμακώνονται οι αμφισβητήσεις, οι διεκδικήσεις και οι απειλές. Συνοδεύονται, μάλιστα, από μια πυρετώδη προσπάθεια εξοπλισμών, ιδιαίτερα στον αεροναυτικό τομέα, που θέτουν σε άμεσο κίνδυνο ανατροπής τις υπάρχουσες ισορροπίες στο Αιγαίο και την ελληνική πολιτική αποτροπής.
Είναι προφανές ότι η Ελλάδα έχει επιτακτική ανάγκη ερεισμάτων για λόγους αποτροπής και εθνικής ασφάλειας. Εφόσον η ασφάλειά της δεν καλύπτεται από τις υπάρχουσες συμμαχίες της, είναι υποχρεωμένη να συμπληρώσει τις συμμαχίες αυτές με εθνικές προσπάθειες, στο πλαίσιο μιας εξισορροπημένης, πολυδιάστατης πολιτικής. Στο πλαίσιο αυτό, δεν πρέπει να διστάσει ν' αναπτύξει τις σχέσεις της με τη Ρωσία, που είναι μια φιλική, μεγάλη δύναμη στην περιοχή. Η ανάπτυξη των σχέσεων δεν σημαίνει σε καμιά περίπτωση γεωπολιτική ανατροπή και αντιστροφή συμμαχιών. Είναι απαραίτητη για λόγους αποτροπής, εθνικής ασφάλειας και ειρήνης.
Και στον οικονομικό τομέα
Ο πρώτιστος λόγος για την ανάπτυξη των ελληνορωσικών σχέσεων είναι, προφανώς, η στρατηγική ανάγκη ανασχέσεως και αποτροπής του τουρκικού κινδύνου. Οι οικονομικοί όμως λόγοι δεν είναι αμελητέοι. Η Ρωσία είναι μια σχετικά κοντινή, τεράστια αγορά, που σε πολλούς τομείς είναι συμπληρωματική της ελληνικής οικονομίας. Τα ελληνικά γεωργικά και κτηνοτροφικά προϊόντα, που δεν έχουν πολλές διεξόδους στην παγκοσμιοποιημένη ευρωπαϊκή αγορά, μπορούν να βρουν προνομιακή αγορά στη Ρωσία. Ιδιαίτερα τώρα, μετά την κρίση στις σχέσεις Ρωσίας και Τουρκίας, που έκλεισε τη ρωσική αγορά στα τουρκικά προϊόντα.
Δεν υπάρχει όμως κανένας αυτοματισμός στην προοπτική αυτή. Η Ελλάδα πρέπει να πρωτοστατήσει στην Ευρώπη για την άρση των κυρώσεων. Η εξαγγελία της συμμετοχής του προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ζαν Κλοντ Γιούνκερ, στο Οικονομικό Φόρουμ της Αγίας Πετρούπολης, στις 16 Ιουνίου, είναι καλός οιωνός και ένδειξη ότι κάτι αρχίζει ν' αλλάζει σ' αυτό το θέμα στην Ευρώπη. Σε κάθε περίπτωση, η Ελλάδα πρέπει ν' αναζητήσει τρόπους για την υπέρβαση των εμποδίων και για την προώθηση των ελληνορωσικών οικονομικών σχέσεων σε όλους τους τομείς.
Η συνεργασία στον τομέα των επενδύσεων, της βιομηχανίας και της τεχνολογίας, των υποδομών, της ναυτιλίας, του τουρισμού και του εμπορίου μπορεί ν' ανοίξει ένα νέο παράθυρο στη σκληρά δοκιμαζόμενη ελληνική οικονομία. Μπορεί όμως ν' αποτελέσει και μια σημαντική συμβολή στην αλλαγή της σημερινής ευρωπαϊκής πολιτικής των κυρώσεων και των εντάσεων με μια μεγάλη χώρα, η συνεργασία της οποίας είναι αναγκαία και επωφελής για ολόκληρη την Ευρώπη και για μια νέα τάξη ενισχυμένης διεθνούς συνεργασίας και ειρήνης.
* Πρέσβεως ε.τ.
(ΕΠΙΚΑΙΡΑ-03-09/06/2016)
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Τα σχόλια δημοσιεύονται με μια καθυστέρηση και αφού τα δει κάποιος από τη διαχείριση και όχι για λογοκρισία αλλά έλεγχο για: μη αναφορά σε προσωπικά δεδομένα, τηλέφωνα, διευθύνσεις ή υβριστικά μηνύματα ή δεσμούς (Link) με σεξουαλικό περιεχόμενο.
Τα σχόλια, οι απόψεις των σχολιαστών δεν απηχούν κατ' ανάγκη τις απόψεις του ιστολογίου μας και δεν φέρουμε καμία ευθύνη γι’ αυτά.