■ Η εποχή της μονοκρατορίας αποτελεί παρελθόν και ο Μπαράκ Ομπάμα εμφανίζεται από τους σκληροπυρηνικούς αντιπάλους του ως Αμερικανός... Γκορμπατσόφ!
■ Η άκρως ανησυχητική κατάσταση των δημόσιων οικονομικών της υπερδύναμης θέτει αντικειμενικούς περιορισμούς και επώδυνα διλήμματα στην άσκηση διεθνούς πολιτικής.
ΤΟΥ ΠΕΤΡΟΥ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
Σε πρώτη ματιά, η διεθνής ατζέντα του Μπαράκ Ομπάμα κατά το τελευταίο δεκαπενθήμερο προκαλούσε ίλιγγο. Στο σύντομο αυτό διάστημα ο Αμερικανός Πρόεδρος συζήτησε με τον Κινέζο ομόλογό του, Σι Τζινπίνγκ, στην Καλιφόρνια όλα τα θερμά μέτωπα ανάμεσα στη μοναδική και την αναδυόμενη υπερδύναμη. Ταξίδεψε στη Βόρεια Ιρλανδία για τη Σύνοδο του G-8, όπου έθεσε επί τάπητος το Συριακό με τη φιλοδοξία να βρεθεί συναινετική λύση στην επικείμενη Διεθνή Διάσκεψη της Γενεύης. Πετάχτηκε στο Βερολίνο για να προτείνει από την Πύλη του Bραδεμβούργου στον Πούτιν μείωση των στρατηγικών πυρηνικών όπλων κατά το ένα τρίτο και για να πιέσει τη Μέρκελ να χαλαρώσει τις πολιτικές λιτότητας στην Ευρώπη. Κάπου ενδιάμεσα ανέθεσε στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ να αρχίσει απευθείας διαπραγματεύσεις με τους Ταλιμπάν, ώστε, μετά το Ιράκ, να κλείσει και την πληγή του Αφγανιστάν, το 2014.
Ωστόσο, στην εξωτερική πολιτική ισχύει ...κατά κανόνα ό,τι και στη νομισματική: ο πληθωρισμός φέρνει αργά ή γρήγορα την υποτίμηση. Όσο εργώδης και πολυμέτωπη εμφανίζεται η διπλωματία της κυβέρνησης Ομπάμα άλλο τόσο αποκαλύπτει στη διεθνή κοινή γνώμη ότι η εποχή κατά την οποία η βούληση της Ουάσιγκτον ήταν νόμος γιο όλο τον κόσμο έχει παρέλθει ανεπιστρεπτί. Και ότι η αμερικανική μονοκρατορία, προϊόν των εξαιρετικών συνθηκών μετά τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, θα καταγραφεί από τους ιστορικούς του μέλλοντος ως μια σύντομη παρένθεση.
Η υπόθεση του Αφγανιστάν είναι από την άποψη αυτή χαρακτηριστική, καθώς η εν λόγω χώρα, που έχει καθηλώσει τους Αμερικανούς σε έναν αδιέξοδο δωδεκαετή πόλεμο, απειλεί να δικαιώσει για τρίτη φορά -μετά τις περιπέτειες των Βρετανών και των Σοβιετικών- τη φήμη της ως «νεκροταφείο των υπερδυνάμεων».
Αναζητώντας έξοδο κινδύνου από το τεράστιο ορεινό ναρκοπέδιο, οι Αμερικανοί έδωσαν το πράσινο φως στους Ταλιμπάν να ανοίξουν «πολιτικό γραφείο’ στο προτεκτοράτο του Κατάρ, με σκοπό να αρχίσουν απευθείας διαπραγματεύσεις μαζί τους. Οι εξτρεμιστές του Ισλάμ άρπαξαν την ευκαιρία και άνοιξαν γραφεία στην Ντόχα μετά φανών και λαμπάδων, οργανώνοντας συνέντευξη Τύπου, την οποία αναμετέδιδε σε ζωντανή σύνδεση το Al Jazeera.
Λίγες ώρες αργότερα οι σύντροφοι τους μέσα στο Αφγανιστάν οργάνωσαν θεαματική επίθεση στην τεράστια αμερικανική βάση του Μπαγκράμ, σκοτώνοντας τέσσερις Αμερικανούς στρατιώτες και διαμηνύοντας ότι οι συζητήσεις συζητήσεις, αλλά και ο ένοπλος αγώνας ένοπλος αγώνας…
Πλήγμα για το κύρος των ΗΠΑ
Σαν να μην έφταναν όλ' αυτά, οι Ταλιμπάν έδωσαν στο «πολιτικό γραφείο» τους διαστάσεις πρεσβείας αναρτώντας την επιγραφή «Ισλαμικό Εμιράτο του Αφγανιστάν» και υψώνοντας τη λευκή σημαία του κινήματός τους. Το γεγονός αυτό εξόργισε τον εγκάθετο των Αμερικανών Αφγανό Πρόεδρο Χαμίντ Καρζάι, ο οποίος αρνήθηκε να συμμετάσχει στις διαπραγματεύσεις της Ντόχα, καταγγέλλοντας ότι οι Αμερικανοί αθέτησαν τις υποσχέσεις τους και υπονοώντας ότι είναι έτοιμοι να τον πουλήσουν για το χατίρι των φονταμενταλιστών, με τους οποίους βρίσκονται σε πόλεμο!
Όταν γράφονταν αυτές οι γραμμές ήταν αμφίβολο κατά πόσο θα ξεκινούσαν, μετά το φιάσκο αυτό, οι διαπραγματεύσεις. Το μόνο βέβαιο ήταν το βαρύτατο πλήγμα που δέχτηκε το διεθνές κύρος της υπερδύναμης από την τραγελαφική εξέλιξη των πραγμάτων.
Τοπίο στην ομίχλη θυμίζει και η αμερικανική πολιτική στο Συριακό. Όταν ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών, Τζον Κέρι, ταξίδευε στη Μόσχα για να βάλει, μαζί με το Ρώσο ομόλογό του, Σεργκέι Λαβρόφ, τα θεμέλια της Διεθνούς Διάσκεψης της Γενεύης, η Ουάσιγκτον υπολόγιζε ότι η Ρωσία προκειμένου να διατηρήσει τη ναυτική βάση της στην Ταρτούς, θα θυσίαζε έναν Άσαντ, ο οποίος ούτως ή άλλως φαινόταν να πνέει τα λοίσθια. Στον ενάμιση μήνα που ακολούθησε, όμως, ο συσχετισμός δυνάμεων άλλαξε δραματικά σε βάρος των αντικαθεστωτικών ανταρτών που υποστηρίζονται από τις ΗΠΑ.
Με την καθοριστική συμβολή της φιλο-ιρανικής οργάνωσης του Λιβάνου Χεζμπολάχ, ο στρατός του Άσαντ κέρδισε τη μάχη του Κουσέιρ, ανακαταλαμβάνοντας μια στρατηγικής σημασίας πόλη, ξερίζωσε θύλακες της αντιπολίτευσης γύρω από τη Δαμασκό και ξεκίνησε μεγάλη επίθεση στο κεντρικό και το βόρειο μέτωπο με στόχο να ανακαταλάβει τις περιοχές που ελέγχουν οι αντάρτες στη Χομς και στο Χαλέπι. Έκτοτε είναι ο Άσαντ και οι Ρώσοι που πιέζουν για την πραγματοποίηση της Διεθνούς Διάσκεψης της Γενεύης, καθώς αισθάνονται ότι θα διαπραγματευτούν από θέση ισχύος, ενώ οι Αμερικανοί και οι σύμμαχοί τους κωλυσιεργούν, χωρίς να έχουν ξεκάθαρη στρατηγική εξόδου από το αδιέξοδο.
Στο... περιθώριο
Ούτε τα προσωπικά διαβήματα του Μπαράκ Ομπάμα στους άλλους μεγάλους διεθνείς παίκτες είχαν καλύτερη τύχη. Ο Σι Τζινπίνγκ απέρριψε τις αμερικανικές αιτιάσεις περί κινεζικής κατασκοπίας στο Διαδίκτυο, επισημαίνοντας ότι οι Αμερικανοί είναι οι πρώτοι διδάξαντες στον κυβερνο-πόλεμο εναντίον των ανταγωνιστών τους. Ο Βλαντιμίρ Πούτιν εμφανίστηκε παγερά επιφυλακτικός έναντι της πρότασης Ομπάμα για μείωση των στρατηγικών όπλων, ζητώντας να συνυπολογιστούν όλα τα πυρηνικά όπλα -συμπεριλαμβανομένων εκείνων της Βρετανίας της Γαλλίας και του Ισραήλ- αλλά και τα βαριά συμβατικά όπλα της Αμερικής. Όσο για την Ανγκελα Μέρκελ, απέρριψε τις εκκλήσεις για χαλάρωση της λιτότητας, συνιστώντας στην Αμερική να ασχολείται περισσότερο με τα δικά της δημοσιονομικά χάλια και δεν δίστασε μάλιστα να εκφράσει την οργή των Ευρωπαίων -πλην, βεβαίως των Βρετανών συνενόχων τους- για το μέγα σκάνδαλο των τηλεφωνικών υποκλοπών από τις αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες.
Οι εξελίξεις αυτές έδωσαν φτερά στα πόδια των Ρεπουμπλικάνων επικριτών του Ομπάμα οι οποίοι τον κατηγορούν για ενδοτικότητα φτάνοντας στο σημείο να τον παρομοιάζουν με Αμερικανό… Γκορμπατσόφ! Σε αυτό το μήκος κύματος κινείται πρόσφατο άρθρο του Τζον Μπόλτον, πρώην πρεσβευτή των ΗΠΑ στον ΟΗΕ και εκ των κορυφαίων νέο-συντηρητικών «ιεράκων» της κυβέρνησης Μπους. Ακόμη περισσότερο «αθυρόστομος», ο Ρεπουμπλικάνος βουλευτής Μάικλ Τέρνερ, μέλος της επιτροπής ενόπλων δυνάμεων του Κογκρέσου, έκανε λόγο για «πολιτική κατευνασμού» του Μπαράκ Ομπάμα έναντι των εχθρών της Αμερικής, παραλληλίζοντάς τον με τον ενδοτικό έναντι του Χίτλερ πρωθυπουργό της Βρετανίας Νέβιλ Τσάμπερλεν!
Δεν πρόκειται για ακραίες μεμονωμένες φωνές. Σε καίρια ζητήματα εξωτερικής και αμυντικής πολιτικής ο Μπαράκ Ομπάμα βρίσκεται σε κλοιό πιέσεων του Πενταγώνου, των μυστικών υπηρεσιών, μερίδας του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, ακόμη και ισχυρών παραγόντων του Δημοκρατικού Κόμματος που ζητούν πιο σκληρή γραμμή στο διεθνή στίβο. Χαρακτηριστική ήταν η συμπαράταξη του πρώην Προέδρου Μπιλ Κλίντον με το Ρεπουμπλικάνο γερουσιαστή Μακ Κέιν (ανθυποψήφιο του Ομπάμα στις εκλογές του 2008) με σκοπό την άσκηση πίεσης για επιθετική, στρατιωτική παρέμβαση στη Συρία.
Ωστόσο, η άκρως ανησυχητική κατάσταση των δημόσιων οικονομικών της υπερδύναμης -κληρονομιά της νεοφιλελεύθερης και μιλιταριστικής πολιτικής Μπους αλλά και των πολιτικών διάσωσης των τραπεζών με δημόσιο χρήμα επί κυβέρνησης Ομπάμα- θέτει αντικειμενικούς περιορισμούς και επώδυνα διλήμματα στην άσκηση διεθνούς πολιτικής. Με το εξωτερικό χρέος της Αμερικής να φτάνει το αστρονομικό ύψος των 16,88 τρις –τρις!- δολαρίων ή το 105% του ΑΕΠ και το έλλειμμα του ομοσπονδιακού προϋπολογισμού να ξεπερνά το 1,18 τρις, ο περιορισμός των στρατιωτικών δαπανών είναι επιβεβλημένος. Διαφορετικά, η κυβέρνηση Ομπάμα θα αναγκαστεί να προχωρήσει σε ασύλληπτες περικοπές των κοινωνικών δαπανών ή/και να προκαλέσει αχαλίνωτες πληθωριστικές τάσεις, υπονομεύοντας το αμερικανικό δολάριο και την ίδια τη διεθνή οικονομική θέση της υπερδύναμης.
(ΕΠΙΚΑΙΡΑ-27/06/-03/07/2013)
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Τα σχόλια δημοσιεύονται με μια καθυστέρηση και αφού τα δει κάποιος από τη διαχείριση και όχι για λογοκρισία αλλά έλεγχο για: μη αναφορά σε προσωπικά δεδομένα, τηλέφωνα, διευθύνσεις ή υβριστικά μηνύματα ή δεσμούς (Link) με σεξουαλικό περιεχόμενο.
Τα σχόλια, οι απόψεις των σχολιαστών δεν απηχούν κατ' ανάγκη τις απόψεις του ιστολογίου μας και δεν φέρουμε καμία ευθύνη γι’ αυτά.