ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΗ ΜΑΥΡΗ*
H κρίση απονομιμοποίησης των αντιπροσωπευτικών θεσμών στην Ελλάδα είναι σήμερα βαθύτατη. Είναι προφανές ότι οι πολιτικές λιτότητας που εφαρμόζονται στη χώρα τα τελευταία έξι χρόνια την επιδείνωσαν σοβαρά. Ωστόσο, πρέπει να επισημανθεί ότι η κρίση αυτή προϋπήρξε της οικονομικής. Το συμπέρασμα αυτό τεκμηριώνεται σαφώς με βάση την ετήσια έρευνα της Public Issue σχετικά με την κοινωνική νομιμοποίηση των θεσμών, που διεξάγεται από το 2007. Ταυτόχρονα, η εντεινόμενη όξυνση των κοινωνικών αντιθέσεων αποτυπώνεται ευδιάκριτα στην παράλληλη αύξηση της κοινωνικής υποστήριξης κυρίως για τους κρατικούς κατασταλτικούς μηχανισμούς (Στρατός, Αστυνομία), όπως και για τους θεσμούς της αδιαμεσολάβητης λαϊκής κυριαρχίας (λαός/πολίτες, κοινωνικά κινήματα)...
Η εμπιστοσύνη που τρέφουν οι πολίτες στους θεσμούς της διακυβέρνησης, της οικονομίας και της κοινωνίας αποτελεί σημαντική παράμετρο της πολιτικής και οικονομικής σταθερότητας μιας χώρας. Οι Δείκτες Εμπιστοσύνης στους Θεσμούς της Public Issue συνιστούν ένα αξιόπιστο επιστημονικό εργαλείο για τη διαχρονική συγκριτική αξιολόγηση της κοινωνικής εμπιστοσύνης στους σημαντικότερους εγχώριους θεσμούς.
Η μέτρηση καθιερώθηκε το 2007 και επαναλαμβάνεται φέτος, σε μια πολιτική συγκυρία που εξακολουθεί να είναι βεβαρημένη λόγω της συνεχιζόμενης οικονομικής και κοινωνικής κρίσης που βιώνουμε. Οι 19 επιλεγμένοι θεσμοί που διερευνώνται στη φετινή έρευνα καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα της κοινωνικής ζωής: διακυβέρνηση, επιχειρήσεις, κοινωνία πολιτών και μέσα ενημέρωσης. Οι επιμέρους δείκτες που υπολογίζονται, χωριστά για κάθε θεσμό, αποτελούν μια εξαιρετικά λεπτομερή χαρτογράφηση των κοινωνικών αντιλήψεων απέναντι στους θεσμούς που επικρατούν σήμερα στην Ελλάδα.
Η πρώιμη καθιέρωση της μέτρησης στην προ κρίσης εποχή (2007) παρέχει τη δυνατότητα να διερευνηθεί η διαχρονική εξέλιξη της κοινωνικής υποστήριξης στους θεσμούς κατά τη χρονική περίοδο των τελευταίων εννέα χρόνων (2007-2015), που καλύπτει το μεγαλύτερο τμήμα της ύστερης Μεταπολίτευσης. Εποχή παρακμής, που ακολούθησε την επίπλαστη κοινωνική ευφορία της προηγούμενης δεκαετίας, με σημείο κορύφωσης τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004.
Ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα Ελλήνων πολιτών αποτιμά ποσοτικά την εμπιστοσύνη που αισθάνεται για κάθε έναν κοινωνικό θεσμό. Από τις απαντήσεις των ερωτηθέντων κατασκευάζεται ένας δείκτης εμπιστοσύνης (CI) για κάθε θεσμό χωριστά.
Κάθε δείκτης προκύπτει με βάση τον λόγο θετικών/αρνητικών γνωμών για τον δεδομένο θεσμό, δηλαδή το ποσοστό των ατόμων που δηλώνουν ότι τον εμπιστεύονται προς το ποσοστό των ατόμων που δυσπιστούν απέναντι του.
Κατά συνέπεια, η «τιμή 100» στον δείκτη εμπιστοσύνης υποδηλώνει ότι υφίσταται απόλυτη ισοδυναμία θετικών και αρνητικών αντιλήψεων απέναντι στον θεσμό. Η «τιμή 200» υποδηλώνει ότι ο αριθμός των πολιτών που εμπιστεύεται τον θεσμό είναι διπλάσιος από εκείνους που εκφράζουν δυσπιστία απέναντι του. Τέλος η «τιμή 50» σημαίνει ότι οι αρνητικές εντυπώσεις είναι διπλάσιες από τις θετικές.
1. Το 2011 η κοινωνική εμπιστοσύνη στους αντιπροσωπευτικούς θεσμούς (Βουλή, κόμματα) έφτασε στο ναδίρ. Η ελάχιστη ανάκαμψη που παρατηρείται την τελευταία τετραετία ουδόλως επαρκεί για να αντιστρέφει την ολοκληρωτική έλλειψη εμπιστοσύνης
2. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας παρέμενε μέχρι το 2009 ο μόνος πολιτικός θεσμός που εμπιστευόταν η μεγάλη πλειονότητα των Ελλήνων πολιτών. Αυτό οφείλεται ασφαλώς και στο γεγονός ότι δεν αναμειγνύεται ενεργά στη διαδικασία λήψης των αποφάσεων. Στην εδραίωση αυτής της εικόνας είχε συντελέσει και η υψηλή αποδοχή του πρώην Προέδρου Κωστή Στεφανόπουλου. Ωστόσο, η μνημονιακή πενταετία δεν άφησε στο απυρόβλητο ούτε την Προεδρία. Το 2014 ο Κάρολος Παπούλιας ενώ στην αρχή της προεδρικής του θητείας διέθετε υψηλή κοινωνική αποδοχή, χρεώθηκε τελικά μερίδιο της πολιτικής ευθύνης για την κατάσταση της χώρας και ο δείκτης εμπιστοσύνης στην Προεδρία της Δημοκρατίας κατέγραψε θεαματική συρρίκνωση. Από τον Μάρτιο του 2015 και μετά την εκλογή του Προκόπη Παυλόπουλου η εμπιστοσύνη στο αξίωμα ανακάμπτει, αλλά δεν καταφέρνει να πλησιάσει τα προ μνημονιακής περιόδου ποσοστά.
3. Παρά το γεγονός ότι το ποσοστό των πολιτών που εμπιστεύονται τη Δικαιοσύνη παραμένει μεγαλύτερο από εκείνο που δεν την εμπιστεύονται, από το 2013 και μετά καταγράφεται σημαντική μείωσή του. Αντιθέτως, η εμπιστοσύνη στην Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών σημείωσε φέτος ελαφρά άνοδο.
4. Την τελευταία τετραετία η συνεχής αύξηση της εμπιστοσύνης προς τον Στρατό, την Αστυνομία και την Εκκλησία αποτελεί σαφή ένδειξη της συντηρητικοποίησης που παράγει η κρίση αλλά και της ιδεολογικής (κοινωνικής) πόλωσης που προκαλείται, αφού στον αντίποδα αυξάνεται η εμπιστοσύνη σε πιο ριζοσπαστικούς θεσμούς αδιαμεσολάβητης λαϊκής κυριαρχίας δηλαδή στον λαό (πολίτες) και τα κοινωνικά κινήματα (δίπολο συντηρητικοποίηση/ριζοσπαστικοποίηση).
5. Η κρίση κοινωνικής απονομιμοποίησης δεν αφορά μόνο στους θεσμούς της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας αλλά εκτείνεται και σε εκείνους της οικονομίας. Καθ' όλη τη διάρκεια της μνημονιακής περιόδου η εμπιστοσύνη στις τράπεζες παραμένει χαμηλή. Ωστόσο, σημαντικό εύρημα των δύο τελευταίων χρόνων αποτελεί το γεγονός ότι φέτος ο αριθμός των πολιτών που δεν εμπιστεύονται την Τράπεζα της Ελλάδος υπερτερεί εκείνου που την εμπιστεύονται.
Πίστη στους εκπαιδευτικούς θεσμούς
6. Σημαντική αύξηση της εμπιστοσύνης παρατηρείται στους θεσμούς της εκπαίδευσης δηλαδή σε πανεπιστήμια, κολλέγια, κέντρα ελευθέρων σπουδών και τα σχολεία. Η αύξηση πιθανόν να οφείλεται στη γενικότερη -παραδοσιακά ισχυρή- πεποίθηση των πολιτών ότι οι εκπαιδευτικοί θεσμοί αποτελούν τον ασφαλέστερο δίαυλο για την κοινωνική άνοδο. Σήμερα, εξαιτίας της κρίσης αυτή η ατομική διέξοδος αναβαθμίζεται σε μέσο ατομικής «διάσωσης».
Από την άλλη, η αξία της εκπαίδευσης που προβάλλεται, μάλιστα, και ως συλλογικό όχημα για την έξοδο της χώρας από την κρίση, τίθεται σε κίνδυνο λόγω των περικοπών. Το γεγονός αυτό είναι φυσικό να ενεργοποιεί αντανακλαστικά υπεράσπισης ενός κεκτημένου κοινωνικού αγαθού.
Εξαιρετικά χαμηλή η εμπιστοσύνη στην τηλεόραση
7. Η κρίση της πολιτικής περιλαμβάνει ως συστατικό της στοιχείο και ανατροφοδοτεί την κρίση αξιοπιστίας των μέσων ενημέρωσης Όπως έδειξε για πρώτη φορά η μέτρηση του 2009, η εμπιστοσύνη προς το σύνολο των μέσων ενημέρωσης άρχισε σταδιακά να μειώνεται από το 2009 μέχρι και το 2014. Ωστόσο, η σαφής διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στα περισσότερο διαδραστικά μέσα (ραδιόφωνο, Διαδίκτυο) και τα λεγόμενο μη διαδραστικά (τηλεόραση, εφημερίδες) διατηρείται.
8. Μεταξύ των ΜΜΕ, το ραδιόφωνο παραμένει σήμερα στην Ελλάδα το πλέον αξιόπιστο, σημειώνοντας μάλιστα, σημαντική αύξηση της κοινωνικής του αποδοχής στη φετινή μέτρηση.
9. Το Διαδίκτυο, που μετρήθηκε για πρώτη φορά το 2008, διατηρεί τη 2η θέση μεταξύ των μέσων, αλλά εμφανίζει σοβαρή υποχώρηση σε σχέση με τη μέγιστη υποστήριξή του, που καταγράφηκε το (κινηματικό) 2011.
10. Η εμπιστοσύνη προς τις εφημερίδες ενδέχεται να σημειώνει μικρή ανάκαμψη τον τελευταίο χρόνο, επ' ουδενί όμως αυτό μεταφράζεται αυτομάτως και σε ανάκαμψη της κυκλοφορίας τους.
11. Αντιθέτως η ήδη υπονομευμένη τηλεόραση, η κοινωνική αποδοχή της οποίας βρίσκεται στο ναδίρ, καταλαμβάνει σταθερά, μαζί με τα κόμματα, μία από τις τελευταίες θέσεις μεταξύ των θεσμών.
* Πολιτικού επιστήμονα PhD, προέδρου και διευθύνοντος συμβούλου της Public Issue.
(ΕΠΙΚΑΙΡΑ-03/12-10/12/15)
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Τα σχόλια δημοσιεύονται με μια καθυστέρηση και αφού τα δει κάποιος από τη διαχείριση και όχι για λογοκρισία αλλά έλεγχο για: μη αναφορά σε προσωπικά δεδομένα, τηλέφωνα, διευθύνσεις ή υβριστικά μηνύματα ή δεσμούς (Link) με σεξουαλικό περιεχόμενο.
Τα σχόλια, οι απόψεις των σχολιαστών δεν απηχούν κατ' ανάγκη τις απόψεις του ιστολογίου μας και δεν φέρουμε καμία ευθύνη γι’ αυτά.