• Οι δραματικοί χειρισμοί των Κ. Σημίτη και Γ. Παπανδρέου
• Με συνεχείς υποχωρήσεις από τα Ίμια στο Ελσίνκι
Η στροφή των Τούρκων στη θάλασσα άρχισε στα 1973, αμέσως μόλις πληροφορήθηκαν ότι είχαν εντοπιστεί στο Αιγαίο σημαντικά κοιτάσματα πετρελαίου. Στην αρχή έβαλαν στο στόχαστρο τους τα δικαιώματα των νησιών, υποστηρίζοντας πως κάθονται στο υφαλοπρανές της Ανατολίας και, ως εκ τούτου, δεν έχουν δική τους υφαλοκρηπίδα...
Στη συνέχεια, λίγο πριν από την εισβολή στην Κύπρο, άκουσαν πως η Ελλάδα σκέφτεται να επεκτείνει το χωρικά της ύδατα και άρχισαν να απειλούν με πόλεμο. Προσφέρθηκαν, κατόπιν, να μοιραστούν ή να συνεκμεταλλευτούν στα ίσα ολόκληρη την υφαλοκρηπίδα. Και, για να ασκήσουν ακόμη μεγαλύτερη πίεση στην Ελλάδα, προκάλεσαν αλλεπάλληλες πολεμικές κρίσεις.
Ώσπου στα 1987, με την κρίση του Μάρτη, ανάγκασαν την κυβέρνηση του Α. Παπανδρέου να συμφωνήσει πως καμία από τις δύο χώρες δεν θα κάνει ούτε έρευνες ούτε γεωτρήσεις, πέρα από τα χωρικά της ύδατα. Αρκετά αργότερα, αφού διαπίστωσαν πως δεν μπορούν να πάρουν την υφαλοκρηπίδα των νησιών, σκέφτηκαν να πάρουν κάποια από αυτά.
Η νύχτα των Ιμίων
Η πρώτη απόπειρα αμφισβήτησης της ελληνικής κυριαρχίας σε νησίδες του Αιγαίου εκδηλώθηκε τον Ιούνιο του 1991. 0 ναύαρχος Ιλφάν Τινάζ, σε δηλώσεις που έκανε στην Άγκυρα, υποστήριξε, τότε, ότι «οι Έλληνες προχώρησαν τόσο πολύ που έφθασαν στο σημείο να ισχυρίζονται πως είναι δικά τους ακόμη και ακατοίκητα βράχια στα διεθνή ύδατα».
Μιλούσε, βέβαια, μόνο για ακατοίκητες νησίδες, αλλά υπογράμμιζε πως «τίποτε απ' όλα αυτό δεν είναι δυνατό να γίνει αποδεκτό». Η τουρκική απόπειρα αντιμετωπίστηκε, τότε, με ψυχραιμία και το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών έβαλε γρήγορα το σπαθί του στο θηκάρι, υποστηρίζοντας ότι «οι δηλώσεις του ναυάρχου αποδόθηκαν λανθασμένα». Η αρχή, Όμως, είχε γίνει και η Άγκυρα δεν επρόκειτο να αφήσει ανεκμετάλλευτες ούτε τις πιο αβάσιμες και... φαεινές ιδέες. Τέσσερα χρόνια αργότερα, το καλοκαίρι του 1995, όταν η Αθήνα ανακοίνωσε ένα πρόγραμμα αξιοποίησης κάποιων ακατοίκητων ελληνικών νησιών, η Άγκυρα έβγαλε από το συρτάρι τα σχέδιά της και άρχισε να προετοιμάζεται.
Η αφορμή έρχεται στα τέλη Δεκεμβρίου με την προσάραξη τουρκικού πλοίου στα αβαθή των Ιμίων, την άρνηση του πλοιάρχου του να δεχθεί ελληνική βοήθεια και την επίδοση διακοίνωσης προς την ελληνική πρεσβεία σύμφωνα με την οποία «τα Ίμια αποτελούν τμήμα του τουρκικού εδάφους».
Χιονοστιβάδα
Ενώ, όμως, η Αθήνα προσπαθεί να κρύψει το διαδραματιζόμενα και να κρατήσει χαμηλούς τόνους, οι πληροφορίες διαρρέουν και τα γεγονότα παίρνουν μορφή χιονοστιβάδας. Μπροστά στην έμπρακτη τουρκική αμφισβήτηση, ο δήμαρχος και παράγοντες της Καλύμνου σπεύδουν στα Ίμια, όπου υψώνουν την ελληνική σημαία. Προτού ξημερώσει, όμως, η επόμενη μέρα, τούρκοι «δημοσιογράφοι» αποβιβάζονται στο νησί, υποστέλλουν το εθνικό μας λάβαρο και υψώνουν στη θέση του την τουρκική σημαία.
Άγημα του Πολεμικού Ναυτικού επαναφέρει την ελληνική σημαία και παραμένει στο νησί για τη φύλαξη της. Το κλίμα φορτίζεται ακαριαία, καθώς ελληνικές και τουρκικές ναυτικές δυνάμεις συρρέουν στην κρίσιμη περιοχή. Η Τουρκία, σαν έτοιμη οπό καιρό, μπαίνει δυναμικά στο παιχνίδι, αποφασισμένη να μην ανεχθεί την ελληνική παρουσία στο νησί. Η υπηρεσιακή πρωθυπουργός Τ. Τσιλέρ διακηρύσσει ευθέως τον άμεσο στόχο της: «Αυτοί οι στρατιώτες θα φύγουν και αυτή η σημαία θα υποσταλεί».
Η Αθήνα δείχνει να αιφνιδιάζεται, αλλά ο πρωθυπουργός Κ. Σημίτης «που μόλις είχε διαδεχθεί τον Α. Παπανδρέου» δείχνει αποφασισμένος να εκμεταλλευτεί την ένταση για εσωτερικούς λόγους. Αγνοώντας, μάλιστα, τις αντίθετες υποδείξεις διπλωματών, φτάνει στο σημείο να απειλεί με ένοπλη σύγκρουση, δηλώνοντας πως «σε αυτόν και σε κάθε εθνικισμό, η αντίδραση της Ελλάδος θα είναι δυνατή, άμεση και αποτελεσματική». «Έχουμε τα μέσα και θα τα χρησιμοποιήσουμε», καταλήγει.
Εγείρουν ζήτημα για 1.000 νησιά-βραχονησίδες
Δυο ημέρες αργότερα έρχεται, με τον πιο επίσημο τρόπο, η πραγματική διάσταση της νέας τουρκικής πρόκλησης. «Μέχρι σήμερα», δηλώνει, η Τ. Τσιλέρ, «είχαμε επικεντρώσει την προσοχή μας στο ζήτημα της επέκτασης των ελληνικών χωρικών υδάτων. Παρόμοια στάση πρόκειται να τηρηθεί και στο ζήτημα των νησιών, των νησίδων και των βραχονησίδων. Υπάρχουν περίπου 1.000 νησιά, νησίδες και βραχονησίδες στο Αν. Αιγαίο που αποτελούν τουρκικό έδαφος».
«Η Τουρκία», προσθέτει την επομένη, «ετοιμάζεται να θέσει θέμα για το καθεστώς αυτών των νησίδων. Ετοιμάζονται 3.000 φάκελοι για 3.000 νησιά. Η προετοιμασία αυτή είχε αρχίσει δύο μήνες πριν από την κρίση Καρντάκ». Η Άγκυρα αμφισβητεί ευθέως την ελληνικότητα εκατοντάδων νησίδων στο Αιγαίο και ζητάει την έναρξη διαπραγματεύσεων για τη διευκρίνιση του καθεστώτος τους.
Στη φάση αυτήν, ο υπουργός Παιδείας Γ. Παπανδρέου, υστέρα από συνεννόηση με τον Κ. Σημίτη, μεταβαίνει στο Νταβός, όπου συναντά τον Αμερικανό βοηθό υπουργό Εξωτερικών Ρ. Χόλμπρουκ και του ζητάει να προτείνουν οι ΗΠΑ, σε όποιον αμφισβητεί το καθεστώς στο Ίμια, να προσφύγει στο Διεθνές Δικαστήριο. Το αίτημα γίνεται δεκτό και ο Αμερικανός πρόεδρος σπεύδει να δηλώσει πως «πρέπει να λύσουμε το ζήτημα με ειρηνικό τρόπο, μέσω ενός διεθνούς δικαστηρίου, όπως έχει προτείνει η ελληνική πλευρά». Αιφνιδιασμένος, όμως, για όλα αυτά, ο υπουργός Εξωτερικών Θ. Πάγκαλος προσπαθεί να διαψεύσει τους Αμερικανούς, αλλά διαψεύδεται από τον Γ. Παπανδρέου. Λίγο αργότερα, πάντως, διευκρινίζει πως «αν προσφύγει η Τουρκία, τότε θα αντιμετωπίσουμε την προσφυγή και θα δούμε ποια συνέχεια θα δώσουμε».
Από τις νησίδες στη Μαδρίτη και το Ελσίνκι
Από το σημείο αυτό, οι Αμερικανοί αναπτύσσουν νέες προσπάθειες για την επανέναρξη ελληνοτουρκικού διαλόγου, αλλά οι Κ. Σημίτης και Γ. Παπανδρέου αναζητούν κάποιο πρόσχημα που να καλύπτει τη στροφή τους. Δηλώνουν, μάλιστα, πως θα τους αρκούσε να πει η Τουρκία πως θα προσφύγει στο Δικαστήριο της Χάγης, «κάτι το οποίο σημαίνει ότι μπορεί και να μην το πράξει».
Η υποχωρητικότητα του Κ. Σημίτη γίνεται εμφανέστερη τον Ιούλιο του ΄97, όταν, ακολουθώντας αμερικανικές μεθοδεύσεις και υποδείξεις, συνυπογράφει με τον Τούρκο πρόεδρο Σ. Ντεμιρέλ, την κοινή δήλωση της Μαδρίτης με την οποία αναγνωρίζονται στην Τουρκία «ζωτικά συμφέροντα στο Αιγαίο».
Δύο χρόνια αργότερα, στη Σύνοδο Κορυφής του Ελσίνκι, ο Κ. Σημίτης και ο νέος υπουργός Εξωτερικών Γ. Παπανδρέου ανοίγουν τον δρόμο για την ένταξη της Τουρκίας στην Ε.Ε., αποδεχόμενοι ταυτόχρονα τους ισχυρισμούς της Τουρκίας για «συνοριακές διαφορές», «Τα υποψήφια κράτη», ανέφερε το κείμενο των συμπερασμάτων, «οφείλουν να καταβάλουν κάθε προσπάθεια για την επίλυση κάθε εκκρεμούς συνοριακής διαφοράς και άλλων συναφών θεμάτων».
Στο παζάρι και οι «γκρίζες ζώνες»
Αμέσως μετά τις αποφάσεις του Ελσίνκι, οι υπουργοί Εξωτερικών των δύο χωρών προχωρούν σε μια σειρά διμερών συμφωνιών σε εμπορικά, τουριστικά, επενδυτικά, μεταναστευτικά και άλλα ζητήματα και λίγο αργότερα προετοιμάζουν το επόμενο βήμα. Στις αρχές του 2002, ο Γ. Παπανδρέου ανακοινώνει ότι «αρχίζουν άμεσα διερευνητικές επαφές Ελλάδας - Τουρκίας» και διακηρύσσει πως δεν πρόκειται να γίνει δεκτή καμία συζήτηση για «γκρίζες ζώνες».
«Δεν μπορούμε», λέει, «να βάλουμε στο τραπέζι κυριαρχικά δικαιώματα και να τα διαπραγματευτούμε σαν να τα αμφισβητούμε οι ίδιοι... Αν έρθει η τουρκική πλευρά και πει "ξέρετε υπάρχουν γκρίζες ζώνες, υπάρχουν νησιά στο οποία αμφισβητούμε τη δική σας κυριαρχία", το ευκολότερο που έχει να κάνει η ελληνική πλευρά είναι να πει "δεν τα συζητώ, τελείωσε η συζήτηση"».
Οι διερευνητικές επαφές αρχίζουν με άκρα μυστικότητα και διακηρυγμένο σκοπό την παραπομπή του θέματος της υφαλοκρηπίδας στο Διεθνές Δικαστήριο. Πολύ γρήγορα, ωστόσο, απλώνονται όλες οι τουρκικές αξιώσεις. Ανάμεσα στα άλλα, μπαίνουν στο τραπέζι τα χωρικά ύδατα, ο εναέριος χώρος, αλλά και οι δήθεν «γκρίζες ζώνες». «Ένα άλλο ζήτημα που αποτελεί μείζον ζήτημα των διερευνητικών επαφών», θα έγραφε αργότερα ο Κ. Σημίτης, «είναι το θέμα των "γκρίζων ζωνών" στο Αιγαίο».
Κώστας Σημίτης και Σουλεϊμάν Ντεμιρέλ συνυπέγραψαν κοινή δήλωση στη Μαδρίτη, με την οποία αναγνωρίζονται στην Τουρκία «ζωτικά συμφέροντα στο Αιγαίο».
«Ευχαριστούμε τους Αμερικανούς»
Παρά τους πρώτους παλικαρισμούς, λίγες μόλις ώρες αργότερα, ο Κ. Σημίτης απευθύνεται στους Αμερικανούς και ζητάει την παρέμβαση τους. Οι Τούρκοι, ωστόσο, παραμένουν αδιάλλακτοι και τα μεσάνυχτα της 31ης Ιανουαρίου, αφού αποβιβάζουν καταδρομείς και καταλαμβάνουν το δεύτερο νησί, καθιστούν σαφή την πρόθεσή τους να φτάσουν στα άκρα. Ο Κ. Σημίτης αρχίζει τότε να αποδέχεται τον έναν μετά τον άλλον τους όρους που θέτουν, μέσω των Αμερικανών, οι Τούρκοι. Δέχεται να απομακρυνθούν οι ελληνικές ναυτικές δυνάμεις από την ευρύτερη περιοχή, αλλά και να εγκαταλείψουν το νησί οι Έλληνες στρατιώτες. Δέχεται ακόμη και την υποστολή της ελληνικής σημαίας από το ελληνικό έδαφος. Υποτάσσεται, τελικά, στις τουρκικές αξιώσεις που συνοψίζονται σε έξι λέξεις: «Όχι πλοία, όχι στρατιώτες, όχι σημαίες».
Λίγο πριν από το χάραμα ένα στρατιωτικό ελικόπτερο που πετούσε για να εντοπίσει τις θέσεις των Τούρκων, χάνεται «κάτω από αδιευκρίνιστες συνθήκες» στη θάλασσα και οι αξιωματικοί Ε. Γιαλοψός, Π. Βλαχάκος και Χρ. Καραθανάσης, χάνουν τη ζωή τους. Η υποχώρηση, ωστόσο, είναι δεδομένη και λίγο μόλις αργότερα αρχίζει η αποχώρηση.
Το στρατιωτικό άγημα που είχε πάει στα Ίμια διατάσσεται να αποχωρήσει, παίρνοντας μαζί του και την ελληνική σημαία. Η νύχτα τελειώνει με τον πιο δραματικό αλλά και ατιμωτικό τρόπο.
Την επόμενη μέρα, ωστόσο, ο Κ. Σημίτης, ο οποίος ήταν έτοιμος τάχατες να χρησιμοποιήσει όλα τα μέσα για να αποκρούσει τον τουρκικό επεκτατισμό, εμφανίζεται στη Βουλή και ευχαριστεί τους Αμερικανούς, που τον βοήθησαν στην υποχώρηση και την αποχώρηση από ελληνικά εδάφη.
του ΑΝΔΡΕΑ Ν. ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ
(Η ΕΛΛΑΔΑ ΑΥΡΙΟ-31/1/2013)
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Τα σχόλια δημοσιεύονται με μια καθυστέρηση και αφού τα δει κάποιος από τη διαχείριση και όχι για λογοκρισία αλλά έλεγχο για: μη αναφορά σε προσωπικά δεδομένα, τηλέφωνα, διευθύνσεις ή υβριστικά μηνύματα ή δεσμούς (Link) με σεξουαλικό περιεχόμενο.
Τα σχόλια, οι απόψεις των σχολιαστών δεν απηχούν κατ' ανάγκη τις απόψεις του ιστολογίου μας και δεν φέρουμε καμία ευθύνη γι’ αυτά.