• ΥΠΕΘΑ:» Θα εισάγονται και φοιτητές από άλλες πανεπιστημιακές σχολές, χωρίς όμως να διευκρινίζονται τα κριτήρια εισαγωγής.
• Χρηματοδότηση για την ίδρυση επώνυμων εδρών σε πανεπιστήμια της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης.
του Μάνου Ηλιάδη
Έντεκα χρόνια μετά τη μεταρρύθμιση του θεσμικού πλαισίου περί ΑΣΕΙ του Ν.3187/2003, τον οποίον στήριξαν και βελτίωσαν τρεις διαφορετικές κυβερνήσεις, το ΥΠΕΘΑ ανακοίνωσε μία πρωτοβουλία, η οποία γεννά πολλά ερωτήματα και, σύμφωνα με ειδήμονες του χώρου, εγκυμονεί τον κίνδυνο της υποβάθμισης των ανώτατων στρατιωτικών εκπαιδευτικών, υποκύπτοντας σε εισηγήσεις άγνωστων (;) κύκλων, που μάλλον δεν έχουν αντιληφθεί την ουσιαστική αναγκαιότητα για σπουδές πανεπιστημιακού επιπέδου στις Ένοπλες Δυνάμεις...
Ανεξέλεγκτες αποφάσεις
Συγκεκριμένα, ανακοινώθηκε αιφνιδιαστικά σχέδιο νόμου με μόνο ένα άρθρο (!) και -θεωρητικά- απεριόριστες και -πρακτικά- ανεξέλεγκτες υπουργικές αποφάσεις, σύμφωνα με το οποίο η Σχολή Εθνικής Άμυνας μετεξελίσσεται σε Στρατιωτικό Πανεπιστήμιο Εθνικής Άμυνας, για την παροχή επιμόρφωσης σε στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων, των Υπηρεσιών και των Σωμάτων Ασφαλείας, του δημόσιου τομέα, καθώς και σε ενδιαφερομένους ιδιώτες από την Ελλάδα και το εξωτερικό. Σε κανένα σημείο δεν διευκρινίζεται ποιο θα είναι το αντικείμενο αυτής της επιμόρφωσης, ούτε όμως και ποια θα είναι τα κριτήρια εισαγωγής ιδιωτών σε μια σχολή που μέχρι σήμερα έχει συγκεκριμένο προσανατολισμό σε στελέχη. Περαιτέρω, οι διαδικασίες μετεξέλιξης καθορίζονται με κοινή απόφαση των υπουργών Εθνικής Άμυνας, Οικονομικών και Παιδείας. Με απόφαση, δε, των ίδιων συναρμόδιων υπουργών καθώς επίσης και του υπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης καθορίζονται τα ζητήματα στελέχωσης του Στρατιωτικού Πανεπιστημίου Εθνικής Άμυνας. Ταυτόχρονα, με πρωτοβουλία του Α/ΓΈΕΘΑ ιδρύονται επώνυμες έδρες Στρατηγικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας και Γεωπολιτικής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Όλα αυτά, δε, σε μια χρονική περίοδο που τα ΑΣΕΙ, παρά τη δυσμενή δημοσιονομική κατάσταση, τις γραφειοκρατικές αγκυλώσεις, την ανυπαρξία κονδυλίων για έρευνα και ανάπτυξη και την απαξίωση των υποδομών και των μέσων τους, ολοκληρώνουν με επιτυχία την κατά τον νόμο εσωτερική αξιολόγηση αλλά και -κυρίως- την εξωτερική αξιολόγηση, από την ανεξάρτητη Αρχή Διασφάλισης Ποιότητας, και ξεκινούν προγράμματα μεταπτυχιακών σπουδών.
Και αυτή τη στιγμή, που στα ΑΣΕΙ υπάρχει αδυναμία διανομής στους σπουδαστές εκπαιδευτικών βοηθημάτων, ακόμη και σημειώσεων, εξαιτίας έλλειψης χαρτιού για φωτοαντίγραφα, αλλά και συντήρησης, ανανέωσης και εκσυγχρονισμού του εξοπλισμού των εργαστηρίων, το ΥΠΕΘΑ δημιουργεί Στρατιωτικό Πανεπιστήμιο, πρακτικά εκ του μηδενός, και χρηματοδοτεί την ίδρυση επώνυμων εδρών σε πανεπιστήμια της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης.
Αντί, δηλαδή, το ΥΠΕΘΑ να ενισχύσει τα ΑΣΕΙ και με προσεκτικά βήματα -μέσω της διαδικασίας ωρίμανσης, που αριθμεί ήδη τουλάχιστον δέκα χρόνια- να συγκροτήσει Στρατιωτικό Πανεπιστήμιο μέσω της συνένωσης των ΑΣΕΙ, επιλέγει ως αφετηρία τη Σχολή Εθνικής Άμυνας (ΣΕΘΑ), η οποία ελάχιστη σχέση έχει με την πανεπιστημιακή δομή και λειτουργία.
Στον αέρα οι τρεις σχολές!
Το ΥΠΕΘΑ παραγνωρίζει τον προφανή κίνδυνο να αφήσει τα ΑΣΕΙ σε καθεστώς αμφισβητούμενης ισοτιμίας με τα πανεπιστήμια, καθώς θα έχει δημιουργήσει (με ποιους ουσιαστικούς όρους και προϋποθέσεις;) ένα νέο συναφές «πανεπιστήμιο». Μήπως με αυτόν τον τρόπο θα υπαγάγει και τις τρεις Στρατιωτικές Σχολές, με ιστορία δεκαετιών, ισχυρές παραδόσεις και αδιαμφισβήτητη προσφορά, σε ένα Στρατιωτικό Πανεπιστήμιο- «νήπιο», η στελέχωση του οποίου θα καθοριστεί με μια υπουργική απόφαση (!);
Κρίσιμα ερωτήματα για τα σχέδια του υπουργείου
ΕΝ OΨEI ΟΣΩΝ αναφέρθηκαν, υπάρχει σειρά ερωτημάτων που σίγουρα πρέπει να απαντηθούν λόγω της σοβαρότητας του θέματος.
1. Ποιο αρμόδιο συλλογικό όργανο του ΥΠΕΘΑ αποφάσισε τη μετεξέλιξη της ΣΕΘΑ και ποια επιτελική μελέτη την επιβάλλει;
2. Γιατί χρειάζεται Στρατιωτικό Πανεπιστήμιο για μεταπτυχιακές σπουδές και επιμόρφωση, όταν ακριβώς τον ίδιο ρόλο έχουν, βάσει νόμου, τα ΑΣΕΙ και όταν αυτά έχουν αποδεδειγμένα τη δυνατότητα και πληρούν τις προϋποθέσεις για να αναλάβουν αυτόν τον ρόλο; Γνωρίζει άραγε η ηγεσία του υπουργείου Εθνικής Άμυνας ότι στα ΑΣΕΙ υπηρετούν σήμερα 100 (!) μέλη ΔΕΠ όλων των βαθμίδων και άλλα 100 μέλη ΕΕΔΙΠ με διδακτορικό; Γνωρίζει επίσης πολλά πανεπιστημιακά τμήματα που διαθέτουν αντίστοιχη στελέχωση, οργάνωση, κουλτούρα, εμπειρία και δεοντολογία;
3. Εξετάστηκε αν η εν λευκώ εξουσιοδότηση προς τους υπουργούς για τη διαδικασία και τα κριτήρια επιλογής πάσχει από άποψη συνταγματικότητας; Και πώς θα στηθεί πανεπιστήμιο με υπουργικές αποφάσεις; Και, αν γίνει αυτό, ποιος εγγυάται την πραγματική και ουσιαστική ισοτιμία του με τα λοιπά πανεπιστημιακά ιδρύματα;
4. Με ποιους μηχανισμούς θα αποφευχθούν συγκρούσεις συμφερόντων; Π.χ., διδασκαλία μαθημάτων από πρόσωπα που έχουν συναλλαγές με το ΥΠΕΘΑ;
Πώς επίσης θα αντιμετωπιστεί η εύλογη κριτική ότι «στήνεται» ακόμη ένας φορέας για να τακτοποιηθούν διάφοροι δήθεν παραγκωνισμένοι και αδικημένοι, πλην όμως παρατρεχάμενοι και «ημέτεροι» των υπουργικών γραφείων, οι οποίοι -κατά κανόνα- δεν διαθέτουν τα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα πανεπιστημιακών δασκάλων και δεν αντέχουν σε ανοιχτές και ανταγωνιστικές διαδικασίες, όπως αυτές που ισχύουν στα ΑΣΕΙ;
5. Ας σημειωθεί ακόμη ότι, σύμφωνα με τον Ν.4009/2011, η ΣΕΘΑ, για να μπορέσει να οργανώσει μεταπτυχιακά προγράμματα, υποχρεούται να ολοκληρώσει τη διαδικασία αξιολόγησης των άρθρων 70 - 72 του ίδιου Νόμου.
Ποια προετοιμασία έχει γίνει για την αξιολόγηση της ΣΕΘΑ, η οποία μέχρι σήμερα δεν έχει αξιολογηθεί ποτέ, και γιατί υποβαθμίζεται η διεξαγωγή μεταπτυχιακών προγραμμάτων από τα ΑΣΕΙ, που έχουν σχεδόν ολοκληρώσει τη διαδικασία αξιολόγησης; Κοντολογίς, επιτρέπεται τέτοια προχειρότητα σε τόσο σοβαρά θέματα;
(ΕΠΕΝΔΥΣΗ-01/11/2014)
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Τα σχόλια δημοσιεύονται με μια καθυστέρηση και αφού τα δει κάποιος από τη διαχείριση και όχι για λογοκρισία αλλά έλεγχο για: μη αναφορά σε προσωπικά δεδομένα, τηλέφωνα, διευθύνσεις ή υβριστικά μηνύματα ή δεσμούς (Link) με σεξουαλικό περιεχόμενο.
Τα σχόλια, οι απόψεις των σχολιαστών δεν απηχούν κατ' ανάγκη τις απόψεις του ιστολογίου μας και δεν φέρουμε καμία ευθύνη γι’ αυτά.