Με καθορισμένη την ημερομηνία επισκέψεως του Τούρκου πρωθυπουργού Ερντογάν στην Ουάσιγκτον τη 15η Μαΐου, ο ορίζοντας δεν διαγράφεται ανέφελος για την Ελλάδα και την Κύπρο. Θα επιχειρήσει ο Τούρκος πρωθυπουργός να επανεκδώσει στην Ουάσιγκτον, σε ό,τι αφορά το Κυπριακό, αυτά που πέτυχε η Τουρκική πλευρά το 2003; την εξασφάλιση, δηλαδή, Αμερικανικής υποστηρίξεως για «λύση» τύπου Σχεδίου Ανάν ως «ανταλλάγματος», για τη συνεργασία της Τουρκίας στην Αμερικανική επέμβαση στο Ιράκ;...
Στο επίκεντρο σήμερα βρίσκεται ο πόλεμος στη Συρία και το Ιράν αλλά και οι σημαντικές για την περιοχή ανακατατάξεις σε σχέση με το Κουρδικό. Ο Τούρκος πρωθυπουργός επιχειρεί με αναπροσαρμογές πολιτικής και τολμηρές κινήσεις, να συμπλεύσει με την Αμερικανική πολιτική στην περιοχή και ν' αποκομίσει οφέλη από τις προδιαγραφόμενες ανακατατάξεις στην περιοχή.
Οι βλέψεις του δεν στρέφονται μόνο ανατολικά. Στρέφονται, προφανώς και προς τη Δύση, με άμεσους στόχους την Κύπρο και την Ελλάδα. Το δυστύχημα είναι ότι η Αμερικανική πολιτική, για δικούς της στρατηγικούς λόγους, υποστηρίζει ανεπιφύλακτα την Ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας, ανεξάρτητα από τη μορφή που μπορεί αυτή τελικά να πάρει. Στο πνεύμα αυτό, δεν θέλει η Ελλάδα και η Κύπρος να είναι εμπόδιο στον Ευρωπαϊκό προσανατολισμό της Τουρκίας και Ευρωπαϊκό σύνορο που να οριοθετεί την Ευρώπη και να απορρίπτει από την άλλη πλευρά την Τουρκία. Θέλει, αντιθέτως, τη σύμπλεξη του Ελληνικού και του Τουρκικού χώρου σ΄ ένα ενιαίο στρατηγικό σύνολο, στο πλαίσιο των λεγομένων Ευρω-Ατλαντικών θεσμών, του ΝΑΤΟ και της Ευρωπαϊκής Ενώσεως.
Με δεδομένη τη θέση αυτή των ΗΠΑ, η Άγκυρα έχει πρόσφορο έδαφος στην Ουάσιγκτον για να προβάλει τη γνωστή πολιτική της έναντι της Ελλάδος και της Κύπρου και να ζητήσει Αμερικανική υποστήριξη. Πολύ περισσότερο, όταν συνδέει και παζαρεύει την πολιτική αυτή με τις εξελίξεις στη Μέση Ανατολή και την υποτιθέμενη Αμερικανο-Τουρκική συμπόρευση.
Οι σχέσεις Τουρκίας και Ισραήλ
Με την ίδια λογική, η Αμερικανική πλευρά ασκεί έντονες πιέσεις για την εξομάλυνση των σχέσεων μεταξύ Τουρκίας και Ισραήλ. Το θέμα έχει, προφανώς πολύ μεγάλη σημασία για την Ελληνική πλευρά. Παρά τις πολύ στενές στρατηγικές σχέσεις μεταξύ ΗΠΑ και Ισραήλ, ο Τουρκικός παράγων αντιμετωπίζεται από τις δύο χώρες μέσα από διαφορετική οπτική. Στο πλαίσιο της υψηλής Αμερικανικής στρατηγικής για την Ευρώπη, τη Μέση Ανατολή, την Ευρασία και τις σχέσεις με τον Μουσουλμανικό κόσμο, ο ρόλος του Τουρκικού παράγοντα στην κρίσιμη στρατηγική θέση που βρίσκεται, αντιμετωπίζεται ως πολύ σημαντικός και κομβικός. Ειδικότερα, σε ό,τι αφορά τη σημερινή συγκυρία θεωρείται εξαιρετικά σημαντική η συνεργασία και η σύμπλευση του στην αντιμετώπιση των θεμάτων της Συρίας και του Ιράν. Η ανάγκη για Τουρκική σύμπνοια και συνεργασία στα δύο τελευταία προβάλλεται από την Αμερικανική πλευρά προς το Ισραήλ ως ένας πολύ βασικός λόγος που επιτάσσει την εξομάλυνση των Τούρκο-Ισραηλινών σχέσεων.
Επισημαίνεται επίσης το γεγονός ότι η Τουρκία είναι χώρα-μέλος του ΝΑΤΟ και ότι αποτελεί επομένως χώρο προβολής και αναπτύξεως στο μέλλον μιας ενδεχόμενης επεμβάσεως του ΝΑΤΟ στην περιοχή όσο λίγο πιθανό κι αν φαίνεται σήμερα, ή μιας συνδυασμένης Ευρω-Νατοϊκής επεμβάσεως στο πλαίσιο της συνεργασίας ΝΑΤΟ και Ευρωπαϊκής Ενώσεως σε θέματα άμυνας και ασφάλειας.
Από την πλευρά του Ισραήλ, μετά την πρόσφατη εμπειρία η οπτική μέσα από την οποία αντιμετωπίζεται η Τουρκία είναι σαφώς διαφορετική. Το Ισραήλ βλέπει στην Τουρκία την ανάδυση μιας νέας απειλητικής γι΄ αυτό περιφερειακής δυνάμεως. Η ίδια η λογική των ηγεμονικών φιλοδοξιών της Τουρκίας παραπέμπει στον Αραβικό και τον Μουσουλμανικό κόσμο. Ακόμη και η εξαγγελλόμενη αλλαγή πολιτικής στο Κουρδικό συγκρούεται ουσιαστικά με τους μακροπρόθεσμους στόχους της πολιτικής του Ισραήλ. Το τελευταίο ευνοεί και υποστηρίζει διακριτικά την ανάδυση στην περιοχή ενός αυτόνομου Κουρδικού παράγοντα που θα ήταν εν δυνάμει στρατηγικός σύμμαχος. Ασφαλώς οι εξελίξεις μπορούν να πάρουν άλλη κατεύθυνση, με τη δράση των άλλων ενεργών παραγόντων.
Το Ισραήλ ανησυχεί επίσης γιο το ρόλο «προστάτη» των Παλαιστινίων, που επιδιώκει ν΄ αναλάβει ο Ερντογάν. Ο τελευταίος παρουσιάζει τον ρόλο αυτό στους Αμερικανούς ως ανταγωνιστικό προς εκείνον του Ιράν και προτιμότερο εφόσον διαπνέεται από τις αρχές του Τουρκικού Ισλαμικού μοντέλου, που συμβιβάζεται με τη Δυτική δημοκρατία και τη φιλοδυτική πολιτική. Για το Ισραήλ όμως η εγκατάσταση της Τουρκικής επιρροής στον περίγυρό του, σε συνεργασία με την ακραία Ισλαμιστική Χαμάς στη Γάζα δεν αντιμετωπίζεται καθόλου με τον ίδιο τρόπο, ανεξάρτητα από το άλλοθι για το Ιράν, που μπορεί να προβάλλει η Άγκυρα προς τους Αμερικανούς.
Αυτό όμως που αποκτά πρωταρχική σημασία στις στρατηγικές αναλύσεις των Ισραηλινών είναι οι μεγάλες φιλοδοξίες της Άγκυρας για την Ανατολική Μεσόγειο, σε συνδυασμό με τον ενεργειακό πλούτο στο βυθό της και τους μεγάλους Τουρκικούς εξοπλισμούς, ιδιαίτερα στον αεροναυτικό τομέα. Οι εξοπλισμοί αυτοί της προσδίδουν μεγαλύτερη περιφερειακή ισχύ και, πολύ σημαντικότερο, πολύ μεγαλύτερο βαθμό στρατηγικής αυτονομίας και αυτόνομης πολιτικής, εφόσον οι εξοπλισμοί συμπορεύονται με την ανάπτυξη μιας αντίστοιχα μεγάλης πολεμικής βιομηχανίας.
Το Ισραήλ αντιμετώπιζε μέχρι τώρα χερσαίες κυρίως και αεροπορικές δυνάμεις. Αισθανόταν για το λόγο αυτό ασφαλές στα θαλάσσια νώτα του. Υπελόγιζε, άλλωστε, για τη θαλάσσια άμυνά του και στον παρόντα στη Μεσόγειο 6ο Αμερικανικό στόλο. Έδωσε για το λόγο αυτό προτεραιότητα στην ανάπτυξη των χερσαίων και των αεροπορικών του δυνάμεων. Η ανεύρεση όμως πολύ σημαντικών ενεργειακών κοιτασμάτων και η ρήξη με την Τουρκία άλλαξαν σημαντικά την Ισραηλινή στρατηγική θεώρηση. Οι φιλοδοξίες της Άγκυρας για αεροναυτική ηγεμονία στην Ανατολική Μεσόγειο, έστω και αν αυτή σε βραχυπρόθεσμο χρόνο είναι ουτοπία γιατί δεν θα το επιτρέψουν οι μεγάλες δυνάμεις είναι λογικό να προβληματίζουν το Ισραήλ. Η επιδιωκόμενη αυτή ηγεμονία δεν θα στρέφεται μόνο κατά της Κύπρου και της Ελλάδος. Θα στρέφεται επίσης κατά του Ισραήλ, εφόσον θα συνδυάζεται με μια περιφερειακή πολιτική προς τον Αραβικό και Μουσουλμανικό κόσμο.
Θα ήταν αδιανόητο για το Ισραήλ και την ασφάλεια του να επιτρέψει την παρεμβολή του Τουρκικού παράγοντα που, όπως απεδείχθη, μπορεί να καταστεί εχθρικός στις θαλάσσιες επικοινωνίες του και στις προσβάσεις του προς τη Δύση.
Από την άποψη αυτή, αναδεικνύεται ο καίριος ρόλος της Κύπρου και το μεγάλο περιθώριο που υπάρχει για την εξασφάλιση διπλωματικής υποστηρίξεως από το Ισραήλ στην Ουάσιγκτον για την αποτροπή «λύσεως» στο Κυπριακό, που θα ενίσχυε καταλυτικά τον στρατηγικό ρόλο της Τουρκίας στην Κύπρο. Ο ρόλος αυτός συγκαλύπτεται επιτηδείως με το επιχείρημα ότι στην περίπτωση αυτή η υποτιθέμενη «επανένωση» της Κύπρου θα γίνει στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ενώσεως και ότι η «λύση» του Κυπριακού θα ανοίξει επίσης το δρόμο για πιο στενές σχέσεις μεταξύ Ευρωπαϊκής Ενώσεως και Τουρκίας. Επισημαίνεται ακόμη η παρουσία στην Κύπρο του Βρετανικού παράγοντα.
Στην πραγματικότητα» μια «λύση» τύπου Σχεδίου Ανάν, που θα κατέλυε την Κυπριακή Δημοκρατία, θα ήταν καταστροφική για τον Ελληνισμό. Θα επιδείνωνε ταυτοχρόνως τον στρατηγικό περίγυρο του Ισραήλ, με την ενίσχυση της στρατηγικής παρουσίας της Τουρκίας στην Κύπρο.
Του Περικλή Νέαρχου-Πρέσβη ε.τ
(ΕΠΙΚΑΙΡΑ-09/05-16/05/2013)
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Τα σχόλια δημοσιεύονται με μια καθυστέρηση και αφού τα δει κάποιος από τη διαχείριση και όχι για λογοκρισία αλλά έλεγχο για: μη αναφορά σε προσωπικά δεδομένα, τηλέφωνα, διευθύνσεις ή υβριστικά μηνύματα ή δεσμούς (Link) με σεξουαλικό περιεχόμενο.
Τα σχόλια, οι απόψεις των σχολιαστών δεν απηχούν κατ' ανάγκη τις απόψεις του ιστολογίου μας και δεν φέρουμε καμία ευθύνη γι’ αυτά.