ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΤΣΙΜΠΟΥΚΗ
Όταν οι στρατιωτικοί αναλυτές προσπαθούν να προσδιορίσουν την πολεμική ισχύ μιας χώρας, τις περισσότερες φορές αναφέρονται στα οπλικά συστήματα που αυτή διαθέτει. Καταγράφεται αναλυτικότατα ο αριθμός των αρμάτων μάχης, των αεροσκαφών, των πλοίων επιφανείας, των υποβρυχίων, των πυραύλων της καθώς και τα τεχνικά χαρακτηριστικά αυτών και η φονικότητά τους. Ανέκαθεν ...οι αριθμοί αποτελούσαν την κύρια εικόνα της στρατιωτικής δύναμης μιας χώρας, ακολουθούμενοι από τη διαθεσιμότητα και τη δυνατότητα του κάθε στρατιωτικού μηχανισμού να έχει επαρκή ισχύ πυρός στο θέατρο των επιχειρήσεων την κατάλληλη στιγμή.
Χιλιάδες σελίδες έχουν γραφτεί για τα δόγματα και τις τακτικές που ακολουθήθηκαν ή δεν εφαρμόστηκαν στους πολέμους εκατοντάδες τα βιβλία που ανέλυαν κάθε λεπτομέρεια των μαχών και των πολέμων. Αυτό όμως που δεν έχει αναλυθεί όσο θα έπρεπε είναι ο παράγοντας άνθρωπος και η εκπαίδευση όλων αυτών που χειρίζονται τα πανάκριβα και υψηλής τεχνολογίας οπλικά συστήματα Όταν, δε, πρόκειται για υποβρύχια, τότε οι άνθρωποι που χειρίζονται αυτά τα σύνθετα οπλικά συστήματα θα πρέπει να μπορούν να αντιμετωπίσουν όχι μόνο την απειλή που προβάλλει ο αντίπαλος αλλά και το ίδιο το εχθρικό για τον άνθρωπο περιβάλλον μέσα στο οποίο επιχειρεί το συγκεκριμένο οπλικό σύστημα.
Η ιστορία των ελληνικών υποβρυχίων
Η χώρα μας αν και δεν είναι ευρύτατα γνωστό, αποτελεί μια από τις πρωτοπόρες παγκοσμίως ναυτικές δυνάμεις. Αντιλήφθηκε την επιχειρησιακή αξία του υποβρυχίου ήδη από τα τέλη του 19ου αιώνα και πιο συγκεκριμένα από το 1884, όταν παραλήφθηκε από το τότε Βασιλικό Ναυτικό το πρώτο υποβρύχιο τύπου Nordenfeld. Η πρώτη εξαπόλυση τορπίλης στον κόσμο -αν και αποτυχημένη- πραγματοποιήθηκε από ελληνικό υποβρύχιο στη διάρκεια των Βαλκανικών Πολέμων, ενώ συνολικά τέσσερα υποβρύχια του Πολεμικού Ναυτικού (ΠΝ) χάθηκαν σε επιχειρήσεις κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, αντιπροσωπεύοντας το 50% της συνολικής δύναμης του υποβρύχιου στόλου της Ελλάδος την εποχή εκείνη.
Οι άνθρωποι αυτοί που αγωνίστηκαν και θυσιάστηκαν για την πατρίδα μας προήλθαν από τη Σχολή Υποβρυχίων, η οποία ιδρύθηκε πριν από ογδόντα τρία χρόνια, το 1930, και αποτελούσε για την εποχή εκείνη ένα σημαντικό βήμα για την εξοικείωση του Ναυτικού μας με το νέο πρωτοποριακό όπλο που είχε σημαδέψει με τη συμμετοχή του τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο.
«Φυτώριο» σύγχρονων μαχητών
Σήμερα, οκτώ δεκαετίες μετά, η Διοίκηση Υποβρυχίων, όπου υπάγεται η Σχολή, διατηρεί μια λαμπρή παράδοση, που συνδυάζει την αξιοποίηση υποβρυχίων σύγχρονης τεχνολογίας με την απαιτητική και διαρκή εκπαίδευση των πληρωμάτων τους. Διότι όσο σύγχρονα κι αν είναι τα μέσα που χρησιμοποιεί μια ναυτική δύναμη, εάν δεν διαθέτει το κατάλληλα εκπαιδευμένο προσωπικό, τα οπλικά αυτά συστήματα δεν θα μπορέσουν να αποδώσουν. Αυτή την εκπαίδευση, η οποία περιλαμβάνει την εξειδικευμένη θεωρητική και πρακτική κατάρτιση, καθώς και την ανάπτυξη ενιαίου πνεύματος, παρέχει η Σχολή στα στελέχη του ΠΝ που φοιτούν σε αυτή. Στο πνεύμα αυτό, το ΠΝ την εξόπλισε με σύγχρονα μέσα, όπως εξομοιωτές επιθέσεων και καταδύσεως, για να κάνει την εκπαίδευση των πληρωμάτων περισσότερο ρεαλιστική, δοκιμάζοντας τις ικανότητες, τις γνώσεις και το χαρακτήρα των πληρωμάτων των υποβρυχίων σε αληθινές συνθήκες με το χαμηλότερο δυνατό κόστος.
Οι εξομοιωτές της Σχολής
Το πλέον πρόσφατο απόκτημα της Σχολής είναι ο γερμανικής κατασκευής εξομοιωτής επιθέσεως ή, όπως επισήμως ονομάζεται, «Εξομοιωτής Εκπαίδευσης Ομάδος Διοίκησης Υποβρυχίου (SCTT)», αξίας 9 εκατ. ευρώ, ο οποίος αποκτήθηκε το 2007 ως μέρος των Αντισταθμιστικών Ωφελημάτων (ΑΩ) από την απόκτηση των τεσσάρων υποβρυχίων Type 214. Πρόκειται για ένα σύγχρονης τεχνολογίας σύστημα το οποίο εξωτερικά και εσωτερικά προσομοιάζει στο περιβάλλον των υποβρυχίων Type 214, εξοπλισμένο με τις ίδιες κονσόλες του Υποθαλάσσιου Συστήματος Ολοκληρωμένων Αισθητήρων ISUS-90-15 και του σόναρ CSU-90-45 της εταιρείας Rheinmetall Defense Electronics, καθώς και του συστήματος ESM ΤΙΜΝΕΧII της εταιρείας Elbit.
Επιπλέον, ο εξομοιωτής περιλαμβάνει το περισκόπιο τύπου SERO 400ΕΟ της εταιρείας Zeiss και ένα σύστημα απεικόνισης χάρτη ναυτιλίας. Ο εξομοιωτής προσφέρει στους εκπαιδευόμενους τη δυνατότητα να ασκηθούν σε περιβάλλον ανάλογο με αυτό που θα αντιμετωπίσουν στα υποβρύχια, αξιοποιώντας το σύνολο των οργάνων και υποσυστημάτων που το κέντρο επιχειρήσεων των Type 214 διαθέτει.
Μέσα στον ίδιο χώρο του εξομοιωτή βρίσκονται και οι εκπαιδευτές, οι οποίοι παρακολουθούν εκ του σύνεγγυς τις αντιδράσεις και την απόδοση των εκπαιδευομένων στα διαφορετικά σενάρια των ασκήσεων που τους θέτουν. Χάρη δε στο προηγμένο λογισμικό που το σύστημα διαθέτει, οι εκπαιδευτές μπορούν να συζήσουν τα επίπεδα δυσκολίας των ασκήσεων και να τα προσαρμόσουν σε διαφορετικές συνθήκες. Συν τοις άλλοις η ρεαλιστικότατα των γραφικών και η χρησιμοποίηση των δυνατοτήτων του περισκοπίου και του εξελιγμένου λογισμικού, όπως η απεικόνιση που παρέχει η θερμική κάμερα που αυτό διαθέτει, επιτρέπουν στους εκπαιδευόμενους να αποκτήσουν πλήρη εικόνα των συστημάτων του υποβρυχίου.
Βασικό στοιχείο των υποβρυχίων είναι η ομαδική εργασία και η μεθοδικότητα των κινήσεων. Αυτά τα στοιχεία, καθώς και οι γνώσεις, η εμπειρία, η ευστροφία και η αντίληψη της τακτικής κατάστασης από τους εκπαιδευόμενους, συμβάλλουν μέσα από την εκπαίδευση στη διαμόρφωση του κατάλληλου και αξιόμαχου πληρώματος ενός υποβρυχίου.
Εκτός από τον παραπάνω εξομοιωτή, η Σχολή Υποβρυχίων διαθέτει κι έναν δεύτερο, ο οποίος χρησιμοποιείται για την εκπαίδευση των πληρωμάτων στις διαδικασίες καταδύσεων και αναδύσεων. Πρόκειται για τον εξομοιωτή τύπου VFW/TSS-06, ο οποίος αποκτήθηκε από το ΠΝ το 1982 και εκσυγχρονίστηκε το 1999. Οι δύο εξομοιωτές μαζί με ένα εκπαιδευτικό πρόγραμμα διά βίου μάθησης και αξιολόγησης συγκροτούν την υποδομή και το μοντέλο εκπαίδευσης των πληρωμάτων των υποβρυχίων.
Το εκπαιδευτικό σύστημα της Σχολής: Διά βίου εκπαίδευση και αξιολόγηση
Βασικό στοιχείο του προγράμματος εκπαίδευσης των πληρωμάτων των υποβρυχίων είναι η διαχρονικότητα του με την περιοδική αναβάθμιση του επιπέδου των εκπαιδευομένων και τη διαρκή εξέταση των δυνατοτήτων τους ακόμη και με αιφνιδιαστικές εξετάσεις.
Πιο αναλυτικά, μετά την ολοκλήρωση των σπουδών στη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων οι νέοι σημαιοφόροι υπηρετούν για περίπου δύο χρόνια σε μονάδες του Στόλου. Ακολούθως όσοι επιθυμούν να ενταχθούν στο δυναμικό της Διοίκησης Υποβρυχίων φοιτούν στη Σχολή Υποβρυχίων για εξήντα πέντε ημέρες και κατόπιν τοποθετούνται γιο υπηρεσία στα υποβρύχια για περίπου δυο χρόνια. Κατά τη φάση αυτή, οι μάχιμοι σημαιοφόροι εκπαιδεύονται και αξιολογούνται με γραπτές εξετάσεις και πρακτική εξάσκηση στο υποβρύχιο. Ακολούθως οι νέοι ανθυποπλοίαρχοι φοιτούν για ένα χρόνο σε Σταδιοδρομικό Σχολείο του ΠΝ και στο επόμενο έτος ξεκινά η υπηρεσία τους στα υποβρύχια. Μετά την ολοκλήρωση δεκαοκτώ μηνών στα υποβρύχια, πραγματοποιείται νέα αξιολόγηση, η οποία επίσης περιλαμβάνει γραπτές εξετάσεις και πρακτική εξάσκηση.
Εν συνεχεία, οι νέοι υποπλοίαρχοι φοιτούν για έξι έως επτά μήνες στο Σχολείο Υπάρχων Υποβρυχίων, όπου για μια ακόμη φορά οι υποψήφιοι πρέπει να δώσουν εξετάσεις και να δοκιμαστούν υπό ρεαλιστικές συνθήκες. Όσοι από τους υποψηφίους δεν καταφέρουν να περάσουν τις εξετάσεις δεν συνεχίζουν να υπηρετούν στα υποβρύχια. Όσοι όμως τα καταφέρουν θέτουν υποψηφιότητα για μελλοντική φοίτηση στο Σχολείο ΥΚ Κυβερνητών, το οποίο διαρκεί τρεις μήνες. Κατά τη διάρκεια των τριών αυτών μηνών οι υποψήφιοι εκπαιδεύονται στον εξομοιωτή και πραγματοποιούν ταξίδια με το υποβρύχιο. Στην ηλικία πια των τριάντα επτά, σχεδόν δεκαεννέα χρόνια αφότου εισήχθησαν στη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων, οι αξιωματικοί που έχουν περάσει με επιτυχία αυτό το σύνθετο, απαιτητικό και επίπονο εκπαιδευτικό πρόγραμμα αναλαμβάνουν τη διακυβέρνηση ενός υποβρυχίου.
εξίσου απαιτητική είναι η εκπαίδευση και των μηχανικών, οι οποίοι σε ηλικία είκοσι επτά ετών αναλαμβάνουν καθήκοντα Α' μηχανικού, ενώ και οι υπαξιωματικοί που υπηρετούν στα υποβρύχια υποβάλλονται σε συνεχή αξιολόγηση με γραπτές εξετάσεις πριν από την ανάληψη των καθηκόντων τους στα υποβρύχια.
Όμως ακόμα και μετά την ανάληψη των καθηκόντων τους η αξιολόγησή τους δεν σταματά. Ένα σύστημα απροειδοποίητων εξετάσεων και αξιολόγησης επιτρέπει τον εντοπισμό των όποιων παραλείψεων ή κενών υπάρχουν στη μέχρι εκείνη την περίοδο εκπαίδευση, επιτρέποντας την πραγματοποίηση ενός στοχευμένου εκπαιδευτικού προγράμματος που θα βελτιώσει την απόδοση των εκάστοτε στελεχών.
Συμπεράσματα
Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα που αποδεικνύει το ρεαλιστικό τρόπο με τον οποίο τα πληρώματα των υποβρυχίων του ΠΝ εκπαιδεύονται είναι ο αριθμός των εκπαιδευτικών βολών τορπιλών που πραγματοποιούν ανά έτος, ο οποίος είναι συγκριτικά πολύ μεγαλύτερος από τον αντίστοιχο έτερων ναυτικών δυνάμεων της Ευρώπης. Επιπλέον, δεν είναι τυχαίο ότι πρόσφατα το Αιγυπτιακό Ναυτικό έστειλε στη Σχολή Υποβρυχίων αξιωματικούς του για να εκπαιδευτούν με τους Έλληνες συναδέλφους τους, ενώ σύντομα θα ακολουθήσουν κι άλλοι. Αυτοί προφανώς κάτι ξέρουν, όπως επίσης και τα πληρώματα των τουρκικών υποβρυχίων, που βλέπουν με εκτίμηση εδώ και πολλές δεκαετίες στο νερά του Αιγαίου τις δυνατότητες των στελεχών των ελληνικών υποβρυχίων.
(ΕΠΙΚΑΙΡΑ-24-30/12/2013)
Ο Εξομοιωτής επιθέσεως δεν είναι μέρος των Αντισταθμιστικών Ωφελημάτων (ΑΩ) των υποβρυχίων Type 214. Πάρθηκε με ξεχωριστή προμήθεια και στο τίμημα πρόσκτησής του συμπεριλαμβάνεται και το κόστος ανέγερσης του νέου κτιρίου της Σχολής με τον Η/Μ εξοπλισμό του.
ΑπάντησηΔιαγραφή